Οι μέρες των Χριστουγέννων είναι για όλους ιδιαίτερες καθώς μας δίνουν την ευκαιρία με την εορταστική τους ατμόσφαιρα και τη μαγεία τους να ξεφύγουμε από την καθημερινότητά μας. Μας δίνουν την ευκαιρία να βρεθούμε με αγαπημένους, να τους προσφέρουμε αγάπη, να ξεκουραστούμε και να χαρούμε σε ένα εορταστικό κλίμα.
Οι μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ταυτίζονται με χαρά και αγάπη.
Οι δρόμοι γεμίζουν φώτα, λαμπερά αστέρια, στολίδια, πολύχρωμες γιρλάντες και παντού ακούγονται εορταστικά τραγούδια.
Οι μέρες των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, είναι μέρες μεγάλης χαράς για μικρούς και μεγάλους. Δώρα, κάλαντα, και πολύχρωμα φωτάκια. Παντού η χαρά και το κέφι των γιορταστικών ημερών…
Μα πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει και μια άλλη πλευρά κρυμμένη και αθέατη. Άνθρωποι μονάχοι που ζούν ολομόναχοι, που και για αυτούς λάμπει το φωτεινό αστέρι των Χριστουγέννων, αλλά χωρίς να τους ζεσταίνει την καρδιά καθώς μέσα στην απέραντη μοναξιά τους δεν χωρεί άλλο συναίσθημα. Είναι εκείνοι που η ζωή τους πέταξε στην άκρη, τους στέρησε τα αγαπημένα πρόσωπα και έμειναν μονάχοι να διανύσουν το χρόνο τους μέσα σε μια θλιβερή μοναξιά και απομόνωση.
Μονάχοι περιφέρονται στους δρόμους, μοναχοί παραμένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Βουβοί, σοβαροί, στεναχωρημένοι και μόνοι, καταγίνονται με τις μοναχικές ασχολίες τους κατηφείς και μελαγχολικοί.
Και μες τις γιορτινές μέρες καταμόναχοι μέσα στους δρόμους καθώς γυρίζουν και βλέπουν παντού χαμόγελα και αγάπη, αυτοί μες στη μαύρη μοναξιά τους μένουν λυπημένοι και κατσουφιασμένοι χωρίς να μπορούν να την ξορκίσουν. Και νιώθουν αναγκασμένοι να ζουν μονάχοι με στην κακή τους μοίρα.
Και βιώνουν την αφόρητη μοναξιά που περιμένει στο τέλος της διαδρομής αυτούς που έζησαν τα χρόνια της νιότης, αυτούς που έχασαν τους αγαπημένους τους, αυτούς που εγκαταλείφθηκαν από όλους και έμειναν μόνοι καταδικασμένοι στη σκληρή τους μοναξιά και τη μιζέρια της απομόνωσης, βουτηγμενοι στη θλίψη και τη σιωπή.
Η οικογενειακή θαλπωρή, τα αγαπημένα πρόσωπα, οι φίλοι, ακόμα και οι γείτονες είναι η λύση ενάντια στη μοναξιά. Χαρά σε όσους μπορούν να χαίρονται αυτά τα αγαθά, αλλά και κατάρα σε όσους έτυχε να είναι μοναχοί είτε γιατι τους έτυχε η μοίρα, είτε γιατι εγκαταλείφθηκαν από τους δικούς τους.
Οι μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ταυτίζονται με χαρά και αγάπη.
Οι δρόμοι γεμίζουν φώτα, λαμπερά αστέρια, στολίδια, πολύχρωμες γιρλάντες και παντού ακούγονται εορταστικά τραγούδια.
Οι μέρες των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, είναι μέρες μεγάλης χαράς για μικρούς και μεγάλους. Δώρα, κάλαντα, και πολύχρωμα φωτάκια. Παντού η χαρά και το κέφι των γιορταστικών ημερών…
Μα πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει και μια άλλη πλευρά κρυμμένη και αθέατη. Άνθρωποι μονάχοι που ζούν ολομόναχοι, που και για αυτούς λάμπει το φωτεινό αστέρι των Χριστουγέννων, αλλά χωρίς να τους ζεσταίνει την καρδιά καθώς μέσα στην απέραντη μοναξιά τους δεν χωρεί άλλο συναίσθημα. Είναι εκείνοι που η ζωή τους πέταξε στην άκρη, τους στέρησε τα αγαπημένα πρόσωπα και έμειναν μονάχοι να διανύσουν το χρόνο τους μέσα σε μια θλιβερή μοναξιά και απομόνωση.
Μονάχοι περιφέρονται στους δρόμους, μοναχοί παραμένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Βουβοί, σοβαροί, στεναχωρημένοι και μόνοι, καταγίνονται με τις μοναχικές ασχολίες τους κατηφείς και μελαγχολικοί.
Και μες τις γιορτινές μέρες καταμόναχοι μέσα στους δρόμους καθώς γυρίζουν και βλέπουν παντού χαμόγελα και αγάπη, αυτοί μες στη μαύρη μοναξιά τους μένουν λυπημένοι και κατσουφιασμένοι χωρίς να μπορούν να την ξορκίσουν. Και νιώθουν αναγκασμένοι να ζουν μονάχοι με στην κακή τους μοίρα.
Και βιώνουν την αφόρητη μοναξιά που περιμένει στο τέλος της διαδρομής αυτούς που έζησαν τα χρόνια της νιότης, αυτούς που έχασαν τους αγαπημένους τους, αυτούς που εγκαταλείφθηκαν από όλους και έμειναν μόνοι καταδικασμένοι στη σκληρή τους μοναξιά και τη μιζέρια της απομόνωσης, βουτηγμενοι στη θλίψη και τη σιωπή.
Η οικογενειακή θαλπωρή, τα αγαπημένα πρόσωπα, οι φίλοι, ακόμα και οι γείτονες είναι η λύση ενάντια στη μοναξιά. Χαρά σε όσους μπορούν να χαίρονται αυτά τα αγαθά, αλλά και κατάρα σε όσους έτυχε να είναι μοναχοί είτε γιατι τους έτυχε η μοίρα, είτε γιατι εγκαταλείφθηκαν από τους δικούς τους.