Η ΒΟΥΛΗ ΕΝ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ…

Η Εργατική Πρωτομαγιά μέχρι πρότινος ήταν η επέτειος της εξέγερσης των εργατών στο Σικάγο το 1886 για καλυτέρευση των συνθηκών στην εργασία και στην ζωή.  Από τώρα και στο εξής, σρη κύπρο θα είναι μια πικρή Πρωτομαγιά, γιατί όλες αυτές τις κατακτήσεις με την εισδοχή μας στην Ευρωπαϊκή στήριξη και στο μνημόνιο της, οι περισσότερες χάνονται.
Οι ηγεσίες μας με τους εργατοπατέρες να σιωπούν, μας πισωγύρισαν σε παλαιότερα καθεστώτα
αγοράς εργασίας, εκατοντάδες χρόνια πριν.
Δυστηχως, βουλευτές και κυβέρνηση υπό την ανοχή των συνδικαλιστών, λειτούργησαν υπέρ των Ευγενών και των ολιγαρχών με πρόσχημα τη διάσωση της Εθνικής μας οικονομίας. Αφαιρόντας δικαιώματα που ήταν υπέρ των εργαζομένων που με σκληρούς αγώνες και αίμα κατέκτησαν οι παλαιότεροι, τώρα τους αφήνουν εκτεθειμένους στις καινούργιες παγκόσμιες πολιτικές μιας χούφτας κεφαλαιοκρατών και διαφόρων λίγων χωρών, που θέλουν να αλλάξουν το παγκόσμιο εργατικό καθεστώς.
Τα συνδικαλιστικά κεκτημένα που αποτελούν κοινωνικά και αμυντικά δικαιώματα των εργαζομένων τώρα καταργούνται, και από τώρα και εξής, επίσημα και με νόμους ψηφισμένους από τη Βουλή, γινόμαστε υπόδουλοι στην Τρόικα.
Όλα τα νομοσχέδια συνομολογούν στη μείωση μισθών και δικαιωμάτων και στην αύξηση των φόρων. Με πρόσχημα τη διάσωση της πτώχευσης του κράτους και ορισμένων τραπεζών, ψηφίζουν νομοσχέδια που εξαναγκάζουν τους πολίτες να συνεισφέρουν από το υστέρημα τους. Οι απλοί φτωχοί εργαζόμενοι αγόγγυστα και πατριωτικά τα αποδέχονται, όμως πρεπει να ξέρουν ότι το κάθε τι έχει τα όρια του.
Ρίχνοντας μια ματιά πίσω στον χρόνο που μόλις έφυγε, είδα νομοσχέδια έτοιμα για ψήφιση, είδα νομοσχέδια λαίλαπα έτοιμη να κατασπαράξει τους απλούς φτωχούς γαιοκτήμονες.
Αναφέρομαι στο νομοσχέδιο για τη φορολόγηση της ακίνητης ιδιοκτησίας το οποίον αναμένεται να κατατεθεί στις 17 Ιανουαρίου 2013 σύμφωνα με την υπουργό Εσωτερικών Ελένη Μαύρου, που είπε ότι αυτό που προσπαθεί η Κυβέρνηση να κάμει, είναι η διόρθωση αυτής της φορολογίας με πρόθεση να εξαιρεθεί η μια μέση κατοικία γεγονός που καλύπτει τους περισσότερους, πάνω από το 75% των ιδιοκτητών. Από εκεί και πέρα, είπε, εξαρτάται από την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας. Για αυτό το λογο, η κυβέρνηση κατέθεσε το νομοσχέδιο αυτό, με το οποίο η φορολόγηση θα γινόταν με εκτιμημένες αξίες του 1980 πολλαπλασιαζόμενες επί 3,5 φορές.
Η Βουλή εν τη σοφία της, αυτό το νομοσχδιο τέρας ύστερα από την κατακραυγή που ξεσήκωσε το απέσυρε προς μελέτη και καλύτερη επιβολή και εκτέλεση του αφού δεν μπορούσε να εφαρμοστεί όπως είχε.
Εδώ να σημειώσω ότι οι διατάξεις αυτού του εξωφρενικού νομοσχεδίου που κακώς ονομάστηκε φορολογικό μια και εμπεριέχει μόνο κατακόρυφα και οριζόντια εισπρακτικά μέτρα που δεν αγγίζει καθόλου τον φορολογικό κώδικα παρα είναι ένα εξοντωτικό χαράτσι, είναι προϊόν πονηρών σκέψεων σε μια προσπάθεια της Κυβέρνησης να αφαιμάξει μέχρι τελικής εξαντλήσεως ολόκληρο το λαό δια της τεχνικής της σαλαμοποίησης. Θέλοντας την επιβολή συγκεκριμένης φορολογίας σε κόστα εκτιμημένης αξίας ακινήτου περιουσίας του ΄80 -ποσό τεράστιο και πάλιν πέραν λογικής σκέψης-, ανακοίνωσαν την πολλαπλάσια φορολόγηση ώστε με την περικοπή της αργότερα από τη Βουλή, να φαντάζει πολύ μικρότερη από την αρχική, έτσι που οι απλοί πολίτες όχι μονο να μην αντιδράσουν, αλλά να τη δεχτούν με ευχαρίστηση αφού θα έχει μειωθεί δραστικά από την αρχική.
Επειδή προβλέπω αυτό να γίνεται στο τέλος, δηλαδή μια φορολόγηση επί της εκτιμημένης αξίας του ΄80 που για τους φτωχούς κατόχους γης θα σπάει κόκκαλα, καλώ τους Βουλευτές να μην υποπέσουν στην παγίδα της κυβέρνησης και να μην ψηφίσουν ένα τόσο μεγάλο χαράτσι που θα επιβαρύνει τον απλό φτωχό κόσμο, τους αγρότες και τους χωρικούς ή τους γεωργοκτηνοτρόφους που έτυχε να κληρονομήσουν κάμποσες σκάλες χωράφια και αμπέλια ή κατσάβραχα σε βουνά και λαγκάδια, ακίνητη περιουσία που δεν αποδίδει έσοδα, παρά μόνο με τη φούσκα της ανόδου των τιμών της γης, είναι λανθασμένη  δηλωμένη και υπερτιμημένη. Τους καλώ να μελετήσουν εις βάθος το νομοσχέδιο και κοστολογώντας επακριβώς το ζητούμενο ποσό των 70 εκατομμυρίων που ζητά η τρόικα από αυτήν τη φορολόγηση, μόνο ανάλογο ποσό να επιβληθεί ως αύξηση επί της φορολόγησης της ακίνητης ιδιοκτησίας.