ΜΑΤΙΑΣΜΑ, ΒΑΣΚΑΝΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΓΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Μάτιασμα, βασκανία και μαγγανεία ονομάζονται οι πράξεις που γίνονται με τη βοήθεια απόκρυφων και πνευματικών δυνάμεων πέραν του συμβατού και του φυσικού.
Είναι η πρόκληση διαταραχής ή βλάβης από επίδραση κακής ενέργειας από κάποιους ανθρώπους που έχουν σκοτεινές και δαιμονικές δυνάμεις. Κυρίως προκαλείται δια των οφθαλμών, γι αυτό ονομάζεται και μάτιασμα.
Η βασκανία και το μάτιασμα προκαλούνται από θαυμασμό ή πόθο για την ομορφιά, την υγεία και τα χαρίσματα ανθρώπων, ζώων και άψυχων πραγμάτων που δεν έχουν οι βάσκανοι, με αποτέλεσμα αυτοί να φθονούν όσους τα έχουν.
Πολλές φορές το μάτιασμα προκαλείται χωρίς μαγεία ή μαγγανεία, αλλά άδολα και χωρίς συναίσθηση ή υποψία από τα άτομα που ματιάζουν, και μη γνωρίζοντας την επικίνδυνη επίδραση των ματιών ή των λόγων τους.
Άλλες φορές προκαλείται συνειδητά, όταν οι βάσκανοι καταντούν χαιρέκακοι και φθονεροί.
Αν άνθρωποι που προκαλούν το μάτιασμα και γνωρίζουν αυτή τη δύναμη τους φτύσουν και πουν,
-φτού, φτού να μη βασκαθείς,
μπορούν έτσι να μπλοκάρουν την εξερχόμενη ενέργεια τους, αποφεύγοντας την πρόκληση βασκανίας και ματιάσματος.
Στη βασκανία κάποιοι πιστεύουν και κάποιοι δυσπιστούν, ενώ ελάχιστοι την απορρίπτουν, αφού σε όλη διάρκεια της ζωής του καθενός, αρκετές φορές έτυχε να ματιαστεί με αποτέλεσμα θέλοντας ή μη όσο δύσπιστος και να είναι, να διερωτάται περί της αληθείας.
Η βασκανία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους όπως ζαλάδα, κακή διάθεση και πονοκέφαλο χωρίς ιδιαίτερο λόγο, απλά από μια κακή συναπάντηση με κάποιον Σαββατογεννημένο, με κάποιον που έχει σμιχτά φρύδια, ή με άτομο κακότροπο και τυχαίνει να εκπέμπει δυνατό μαγνητισμό.
ΠΡΩΤΙΝΕΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ
Ο Χριστιανισμός παραδέχεται την ύπαρξη της βασκανίας και την αποδίδει σε επέμβαση του πονηρού πνεύματος και συνιστά τον εξορκισμό δια του σταυρού και το διάβασμα εκκλησιαστικών ευχών ή δεήσεων.
1. ΑΛΕΞΗΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΠΥΡΕΤΟΥ
Τους παλιούς καιρούς όταν την ύπαιθρο διέρχονταν και περιφέρονταν Αθίγγανοι μεταφέροντας μαζί τους αρκούδες δίδοντας παραστάσεις στα πανηγύρια, οι χωρικοί αγόραζαν από αυτούς τρίχες της αρκούδας τις οποίες χρησιμοποιούσαν για βασκανίες και θεραπείες.
Πίστευαν ότι αν κάποιος άρρωστος είχε πυρετό, καίγοντας τις τρίχες σε κάρβουνα στο θυμιατήρι και καπνίζοντας τον ασθενή, αυτός έβρισκε τη γιατρειά του.
Πίστευαν ακόμα ότι οι τρίχες της αρκούδας ως φυλαχτό αποτρέπουν τη βασκανία, και ότι αν κάποιος ματιασμένος δρασκελείσει μια αρκούδα, ξεματιάζεται.
2. ΦΑΙΝΕΙ ΠΑΣΙ
Όταν ο ασθενής έχει ρίγος και πυρετό, μια άμεση θεραπεία είναι το κάπνισμα δια τριών Αγιασμένων φύλλων ελιάς.
Τοποθετώντας σε καπνηστήρι πάνω σε κάρβουνο ένα ένα τα φύλλα και κατά το πρώτον λέγοντας την ευχή «ζαβός, δραγός και δίδυμος», κατά το δεύτερον «Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά», και κατά το τρίτο «Φως Χριστού φαίνει πάσι», καπνίζουμε τον ασθενή άνωθεν της κεφαλής του. Ύστερα διαλύουμε σε νερό την τέφρα των καμένων φύλλων και τον ποτίζουμε. Με αυτό τον τρόπο ο ασθενής θεραπεύεται πλήρως.
Άλλος τρόπος θεραπείας είναι να σταυρώσουμε τον ασθενή στο μέτωπο τρεις φορές λέγοντας την ευχή,
«Βάρος, τσίλος, φτόνος έπεσεν επι τον δούλον του Θεού. Άρατε Άγιοι Άγγελοι τον ριοπυρετόν, την πύρεξιν, την καρτάναν και ρίξε τα στο Άγιον Όρος, και έπαρον το κακόν το εξ εμού ρυσθείς επ ονόματος του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Αμήν»
3. ΣΚΑΘΘΑΡΟΙ - ΚΑΛΛΟΙ
Η πικροδάφνη, αροδάφνη ή ροδοδάφνη είναι τοξικό φυτό και τα μέρη του είναι δηλητηριώδη, γι αυτό δεν πρέπει να τρώγονται. Ακόμα και οι αναθυμιάσεις από το κάψιμο της πικροδάφνης είναι επικίνδυνες γι' αυτό δεν πρέπει τα κλαδιά της να χρησιμοποιούνται σαν καυσόξυλα.
Αν και δηλητηριώδες φυτό, παράγωγα του χρησιμοποιούνται ως θεραπευτικά βότανα. Έχει θεραπευτικές ιδιότητες εναντίον του καρκίνου, θεραπεύει τον πονοκέφαλο από μεθύσι έχει επίσης επουλωτικές ιδιότητες
Είναι αυτοφυής αειθαλής θάμνος και αναπτύσσεται σε αμμώδεις, ασβεστώδεις και ηλιόλουστες περιοχές με υγρό υπόστρωμα, όπως όχθες ποταμών σε χαμηλό υψόμετρο. Άνεδρη αροδάφνη που βλαστά και αναπτύσσεται μακριά από νερό, είναι ωφέλιμη και χρησιμοποιείται εναντίον των σκάθαρων.
Κόβοντας κλαδί πικροδάφνης, σε ένα από τα φύλλα κάνουμε με το χέρι μας τρεις φορές το σημείο του σταυρού λέγοντας
«Εις το όνομα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Αμήν».
Ακολούθως αποσπούμε το φύλλο με τον γύρο φλοιό του κλαδιού σχίζοντας τον με ένα μαχαιράκι λέγοντας,
«Έτσι το ίδιο να σσιειστει (σχισθεί) τσι ο σκάθαρος»
Ακολούθως θάβουμε το φύλλο κάτω από μια πέτρα, και όταν με τις μέρες αρχίσει να σέπεται, το ίδιο αρχίζει και ο σκάθαρος ή ο κάλλος να σέπεται και να θεραπεύεται.
Εάν οι κάλλοι και οι σκάθθαροι είναι περισσότεροι του ενός, τότε επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία με ίδιο αριθμό φύλλων.
4. ΒΔΕΛΛΕΣ
Η βδέλλα είναι είδος σκουληκιού που ζει σε έλη, λάκκους, λίμνες και γενικά στο νερό. Έχει σώμα πλατύ και ευέλικτο.
Στο στόμα της διαθέτει τρεις σειρές από δόντια με τα οποία κολλά στο δέρμα του ανθρώπου ή του ζώου και ρουφά αίμα, με το οποίο και τρέφεται. Το αίμα που ρουφάει μπορεί να είναι έως πέντε φορές περισσότερο από τον όγκο του σώματός της. Θεωρείται επικίνδυνη, καθώς η μεγάλη αφαίμαξη προκαλεί αδυνάτισμα και θάνατο.
Στο παρελθόν οι βδέλλες χρησιμοποιήθηκαν στην ιατρική για τοπικές αφαιμάξεις τοποθετώντας τες στο δέρμα των ασθενών. Για την απομάκρυνσή τους χρησιμοποιείται αλατόνερο.
Οι πρωτινοί άνθρωποι τις χρησιμοποιούσαν για ξόρκισμα όταν γυναίκες παρ όλες τις προσπάθειες δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν. Μάζευαν βδέλλες τις οποίες τοποθετούσαν πάνω από την νηστια (εστία φωτιάς) που μαγείρευαν, και όταν από τον καπνό της φωτιάς ξηραίνονταν, τις κοπανούσαν και το κονίαμα τους το διέλυαν σε ζεστό νερό. Ακολούθως έδιδαν στην ενδιαφερόμενη για τεκνοποίηση να το πιει. Έπρεπε να το καταπιεί βρόγχο βρόγχο, και σε κάθε βρόγχο να λέει,
«Καθώς κολλούν οι αβτέλλες πάνω στον άνθρωπον, έτσι να κολληθεί μωρούιν πάνω πουν η μήτρα μου».
k.tapakoudes@cytanet.com.cy
ΕΛΛΗΝΟΣΠΗΛΙΟΙ ΣΤΗ ΧΛΩΡΑΚΑ
Η ιστορία της Κύπρου είναι αρχαιοτάτη και έχει να επιδείξει πανάρχαιες καταβολές έως και πριν χιλιάδες χρόνια.
Κατά την Ελληνιστική περίοδο κατά τη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασσικών χρόνων, οι Φοίνικες κατακτητές εγκατέλειψαν τη Κυπρο και οι κάτοικοι στράφηκαν προς τους Μακεδόνες Πτολεμαίους της Αιγύπτου. Έτσι από τον 3ο αιώνα π.Χ. το νησί εξελληνίζεται πλήρως, περίοδο κατά την οποία άνθισαν οι τέχνες καθώς και η ελληνική θρησκεία προς τους 12 θεούς του Ολύμπου με ιερά σε όλο το νησί και μεγαλοπρεπείς τάφους στους οποίους θάβονταν οι άρχοντες και οι προεστοί του τόπου.
Είναι τάφοι που χρονολογούνται από τα Ελληνιστικά και πρώτα Ρωμαϊκά χρόνια σκαλισμένοι σε βράχους που πολλοί από αυτούς μοιάζουν με κανονικά σπίτια, με δωμάτια ταφής που ανοίγουν σε αίθρια περιστύλια. Μοιάζουν με τάφους που βρέθηκαν στην Αλεξάνδρεια αποδεικνύοντας έτσι τις στενές σχέσεις μεταξύ των δύο πόλεων στα Ελληνιστικά χρόνια.
Αυτοί οι τάφοι ονομάστηκαν Ελληνόσπηλιοι ένεκα της Ελληνιστικής περιόδου, καθώς και τάφοι των βασιλέων ένεκα του μεγέθους και της μεγαλοπρέπειας τους. Ήταν τάφοι στους οποίους ενταφιάζονταν μέλη της αριστοκρατίας της Πάφου, και όχι Βασιλιάδες.
Στη δυτική πλευρά της πόλεως της Πάφου κοντά στη θάλασσα ευρίσκεται ένα μεγάλο σύμπλεγμα από αυτούς τους τάφους, οι περίφημοι «Τάφοι των Βασιλέων» που πήραν το όνομα τους εξ αιτίας της μεγάλης μεγαλοπρέπειας με την οποία είναι κατασκευασμένοι. Είναι σκαμμένοι μέσα σε συμπαγείς βράχους, και χρονολογούνται τον 4 π.Χ. αιώνα. Παρόμοιοι τάφοι ευρίσκονται κατάσπαρτοι σε πολλές περιοχές σε ολόκληρη την επαρχία της Παφου.
Στη Χλώρακα στην περιοχή «Ροδαφίνια» και στην πλευρά της λεωφόρου "Χλώρακας" προς τη μεριά του χωριού, υπάρχει ένας παρόμοιος τάφος ο Ελληνόσπηλιος, ο οποίος είναι λαξευτός μέσα στη γη. Δεν έχει τη μεγαλοπρέπεια και την ωραιότητα των τάφων της Κάτω Πάφου, αλλά είναι αρκετά μεγάλος και ανεκτίμητης αξίας με αίθριο και εισόδους σε νεκρικούς θαλάμους σκαμμένους σε σκληρή και συμπαγή πέτρα. Σε αυτόν ανακαλύφθηκαν αρχαία αντικείμενα ανεκτίμητης αξίας, εκ των οποίων σώζεται Ρωμαϊκή μαρμάρινη σαρκοφάγος με κάλυμμα που σήμερα κοσμεί το προαύλιο του Μουσείου Πάφου.
Στη Χλώρικα επίσης, λίγα μέτρα από την κεντρική πλατεία ευρίσκεται ακόμα ένας Ελληνόσπηλιος μέσα στο έδαφος, με την είσοδο του κλειστή από χώματα. Είναι φυσικό σπήλαιο που στα τοιχώματα του έσκαψαν νεκρικούς θαλάμους όπου μάλλον σ αυτούς ενταφιάστηκαν άσημοι άρχοντες. Μέσα σε έναν από αυτούς ανευρέθηκε από παλαιόν κάτοικο, σαρκοφάγος με κάλυμμα που πάνω του υπάρχει ανάγλυφο σώμα ωραιότατης γυναικός σπουδαιοτάτου κάλλους, που την πούλησε δυστυχώς σε αρχαιοκάπηλους. Εικάζεται πως ευρίσκεται σε ιδιωτικό μουσείο της Νέας Υόρκης. Επίσης σε άλλον βρέθηκε χρυσή ζώνη πολεμιστή που και αυτή δυστυχώς πουλήθηκε σε αρχαιοκάπηλους στο ποσό των πέντε λιρών στην εποχή περίπου του μεσοπολέμου, ενώ σε τρίτο βρέθηκε λαμπιόνια που επίσης κανείς δεν γνωρίζει που ευρίσκεται. Είναι μαρτυρίες ζώντων μέχρι πρότινος κατοίκων της κοινότητας που έζησαν την εποχή εκείνη, και που μου εφανέρωσαν κατά τη διάρκεια ερευνάς μου.
Είναι βέβαιο πως η περιοχή της Χλώρακας στην αρχαιότητα υπαγόταν στο βασίλειο της Πάφου, αλλά τα μόνα που παρέμειναν στις σημερινές ημέρες να μας το ενθυμίζουν, είναι οι δύο Ελληνόσπηλιοι οι οποίοι ευρίσκονται σε ιδιωτικές περιουσίες.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ
ΦΥΛΛΑΔΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΟΣ
(Κυριάκου Ταπακούδη, μια μικρή μελέτη)
Στον Μέγα Αλέξανδρο έχουν αποδοθεί ιδιότητες που αγγίζουν τα όρια του θρύλου. Θεϊκές δυνάμεις, μάχες με παράξενα πλάσματα, αναμετρήσεις με γίγαντες και τέρατα από τα οποία έβγαινε πάντα νικητής εξαιτίας της ρώμης και της εξυπνάδας του.
Γεννηθείς το 355 πρό Χριστού, εσπούδαξε την φιλοσοφίαν εις τον Αριστοτέλη, έκαμε τα πρώτα δείγματα της ανδρείας και της πολεμικής αξιότητός του εις την μάχην της Χαιρωνείας υπό την διοίκησιν του πατρός του, και διεδέχθη τον θρόνον της Μακεδωνίας 21 χρόνου, γνωρισθείς αρχηγός των Ελλήνων εις το 333, διεύθυνε τες δυνάμεις των κατά των Περσών, εχάλασε την αυτοκρατορίαν των εις την Ασίαν και Αφρικήν, και την ήνωσε με την εδικήν του. Πολλαί αξιόλογοι πόλεις, σχεδόν και την σήμερον ακόμη, του χρεωστούν την ύπαρξίν τους. Απέθανεν 32 χρόνων, βασιλεύσας 12 έτη.
Η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου μια πεζή διασκευή της ιστορίας του μεγάλου ανδρός που κυκλοφορούσε σε φτηνές λαϊκές εκδόσεις από το 1680 και ως τις μέρες μας, είναι εξαιρετικά αγαπητό λαϊκό ανάγνωσμα όπου δια αυτού αποτυπώνεται η λαϊκή διασκευή της ιστορίας του ήρωος εν μέσω συνονθυλεύματος ελληνικών πολιτισμικών παραδόσεων από τη στιγμή της δημιουργίας του έως τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Με συγχωνευμένα ειδωλολατρικά, ιστορικά και μυθικά στοιχεία, συναντά ο αναγνώστης τον Αλέξανδρο ως μέγα αρχαίο βασιλέα στρατηλάτη, καθώς και ως χριστιανό ιππότη υπέρμαχο της βυζαντινής αυτοκρατορικής ιδεολογίας
Η διήγηση ως ένα συνονθύλευμα πραγματικών ιστορικών γεγονότων, δοξασιών, μύθων, διαλόγων, θρήνων και άλλων απίστευτων ιστοριών, εξιστορεί πώς ο Θεός έστειλε τον μέγαν Αλέξανδρο να τιμωρήσει τους κακούς. Πώς οταν ενίκησε τον Βασιλέα Πώρο, τον έπιασε και τον εφυλάκισε μέσα στα σκοτεινά κοιλώματα μιας λοφοσειράς που έκλεινε τους σκυλοκέφαλους, και από εκεί ο Πώρος δεν ημπορεί να βγεί παρά στον κατοπινό καιρό. Πάνω από τους λόφους αυτούς ο Μέγας Αλέξανδρος έμπηξε ένα δίκρανο και του έβαλε μια καμπάνα που κτυπά μονάχη της με το φύσημα του αέρα. Οι σκυλοκέφαλοι όταν ακούνε την καμπάνα ξέρουν πως ο Αλέξανδρος είναι εκεί και τους φυλάει. Αυτοί θα βγουν στον κατοπινό καιρό και θα αρχίσουν τη δουλειά που γι’ αυτούς τους προώρισε ο θεός. Οι σκυλοκέφαλοι έχουν ένα μάτι στο μέτωπο κι ένα στον τράχηλο. Είναι βίαιοι και υπερβολικά κακοί. Η ομιλία τους είναι άσχημη. Πιάνουν τους ανθρώπους και αφού τους λιπαίνουν, τους ψήνουν στο φούρνο και τους τρώνε».
Στη φυλλάδα εξιστιρείται πώς ο Αλέξανδρος δεν καταλαμβάνει απλώς την Ασία, αλλά εκστρατεύει και στη δύση, φτάνει στη γη των μακάρων, συναντά Αμαζόνες, τέρατα, ποτάμια που αντί για νερό ρέει άμμος, χώρες δίχως φως ηλίου, φιλοσόφους σοφιστές, γίγαντες, σκυλοκέφαλους ανθρώπους με έξι πόδια και τρία μάτια, μονόποδα ανθρωπάκια με προβατένια ουρά, Ινδούς, Τούρκους, Αρμένιους και μύριες άλλες φυλές, τον συναντοάμε ακόμα να πετά στους ουρανούς και να μπαίνει στα βάθη της θάλασσας με υποβρύχιο.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΛΛΑΔΑ
Διήγησις εξαίρετος και όντως θαυμασία του κοσμοκράτορος Αλεξάνδρου του βασιλέως,
περί της γεννήσεως και της ζωής του, της ανατροφής του και της ανδρείας του. Ήτον από τον θεόν ορισμένος και ήτον φρόνιμος και έμορφος και χαροποιός εις τους αυθεντάδες και εις την στρατείαν και είχεν χέρι καλό να φιλοδωρή και να στέκη εις τον λόγον του, να μηδέν σφάλη τους όρκους του. Και μετά ταύτα εβασίλευσεν όλον τον κόσμον.
Μετά από πολλές περιπέτειες ο Αλέξανδρος φτάνει σε μέρη άγνωστα και παράξενα.
Από εκεί δε εσηκώθη και εισήλθεν εις ένα τόπον πετρώδη, εις τον οποίον εκατοικούσαν άνθρωποι μιαροί, δεκαεπτά φυλές. Και κάθε φυλή ομιλούσε την γλώσσαν της και ονομάζονταν αι Μιαραί Γλώσσαι των οποίων τα ονόματα είναι τοιαύτα: Γότθοι, Μαγγόθοι, Ανάγες, Αγώκοι, Εξαύθειοι, Ανθρωποφάγοι, Κυνοκέφαλοι, Φάρδειοι, Αλενέοι, Φυσονίκαιοι, Ασίνεοι, Δραραίοι, Δεφαρείς, Φυτηναίοι, Θελματαίοι, Μαρμύθαιοι και Αγριμανθέοι.
Και άλλα έθνη ήτανε, τους λέγουν Τρωγλοδύτας, και κατοικούν στα σπήλαια κ' είχαν μακρὰς τας μύτας. Λίαν ηγριωμένοι ήτανε, άλλοι δασείς, τα πρόσωπα δεικνύντες ως λεόντων, ήσαν δε και τα σώματα παρόμοια των τράγων, θηρία τε παμποίκιλα, διάφορα πρὸς βλέψιν.
Και ευρήκεν ανθρώπους παράξενους με χέρια εξ και ποδάρια εξ. Και ήλθαν να πολεμήσουν τον Αλέξανδρον. Και εσκότωσαν εξ αυτών πολλούς και επίασε και ζωντανούς πολλούς και ήθελε να τους εβγάλη εις τον κόσμον δια θαύμα. Και δια να μην ηξεύρη τι είναι το φαγητόν τους, απόθαναν όλοι από την πείναν.
Και απ’ αυτού εδιάβη ημέρας δέκα και ήλθεν εις ένα τόπον οπού ήτον οι Σκυλοκέφαλοι. Ανθρωποφάγοι οι λεγόμενοι Κυνοκέφαλοι, Θαρβαίοι, Άλανες, Φισολονικαίοι, Αλκηναίοι, Σαλτάριοι. Ήσανε κακά θεριά κ’ είχαν κακά τα ήθη, στόμα είχαν εις τα στήθη. Και το κορμί τους ήτον ανθρωπινόν και το κεφάλι τους ήτον σκύλινον και η φωνή τους ανθρωπινή και επεριπατούσαν ωσάν σκυλία. Και εσκότωσεν ο Αλέξανδρος πολλούς από εκείνους.
Και μετά βίας εδιάβη δια δέκα ημέρας από τον τόπον τους και επήγεν εις έναν τόπον κοντά εις την θάλασσαν. Και έπεσαν να κοιμηθούν και να αναπαυθούν εκεί. Και εκεί εψόφησεν ενός στρατιώτου το άλογον, και έσυράν το κοντά εις την θάλασσαν, και την νύκτα εκείνην εξέβη μία καραβίδα και το έφαγεν. Και έμαθαν και οι άλλες και εξέβησαν μίαν νύκτα και επήραν άλογα πολλά και ανθρώπους και εσέβασάν τους εις την θάλασσαν και εχάλασαν πολύ φουσάτον.
Και απ’ εκεί ήλθαν εις άλλην λίμνην και έπεσαν να αναπαυθούν. Και όταν εβραδίασεν, εξέβησαν από εκείνην την λίμνην γυναίκες και έλεγαν τραγούδια πολλά εύμορφα, εις τόσον οπού ο νους του ανθρώπου επαίρνετο. Και ως ομοιάζει, εκείνες ήτον αι αναράϊδες, οπού λέγουν την σήμερον.
Και ηύραν ανθρώπους μονοπόδαρους και είχαν ουράν ωσάν πρόβατα. Και επίασαν πολλούς απ’ αυτούς και ήφεράν τους εις τον Αλέξανδρον. Και ο Αλέξανδρος τους ερώτησε λέγων: Πώς είστε αυτού; Και αυτοί του είπαν: Αλέξανδρε βασιλεύ, ελεημονήσου και άφες μας, ότι δια αδυναμίαν μας ήλθαμεν εδώ και εκρύφθημεν. Και ακούοντας ταύτα τα λόγια ο Αλέξανδρος τους άφησε δια να πηγαίνουν. Και επηδούσαν από λιθάρι εις λιθάρι και άρχισαν να περιγελούν τον Αλέξανδρον και έλεγαν: Ο Αλέξανδρος όλον τον κόσμον επήρε τον με την φρονιμάδα του και ημείς τον εγελάσαμεν και μας άφηκεν, οπού το κρέας μας είναι νοστιμώτερον από όλα τα πετούμενα και τετράποδα και το κουφάρι μας γέμει πολύτιμα λιθαρόπουλα και χοντρό μαργαριτάρι και το πετσί μας σίδερον δεν το απερνά. Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος, εγέλασεν και είπε: Ο άνθρωπος από την γλώσσαν του χάνει το κεφάλι του. Και ευθύς όρισε και αρματώθηκαν διακόσιες χιλιάδες καβαλλαραίοι… και τους έγδαραν και εστέγνωσαν τα πετσία τους και ευρήκαν εις το σκάφος τους πλούτον αναρίθμητον από πολύτιμα λιθαρόπουλα και μαργαριτάρια. Και όρισε τους Πέρσας και έφαγαν το κρέας τους. Και έλεγαν ότι να ήτον νοστιμώτερον από όλα τα πετεινά και τετράποδα.
Μισεύοντας δε από το νησί των Μακάρων επερπατούσαν ημέρες δέκα. Και ηύραν έναν κάμπον πλατύν και μέγαν και εις την μέσην του ήτον ένα χάος βαθύ και πλατύ, οπού εκρατούσεν από μίαν άκραν έως την άλλην, και δεν ημπορούσαν να απεράσουν. Και επρόσταξεν ο Αλέξανδρος και έκαμεν ένα γεφύρι πολλά μεγάλον και εδιάβηκεν με τα φουσάτα του, εις την μέσην δε του γεφυριού έγραψεν τα παρόντα γράμματα: «Διά προσταγής Αλεξάνδρου του βασιλέως εκτίσθη το παρόν, και εδιάβη με τα φουσάτα του, όντας εξήλθεν εκ της γης των Μακάρων».
Ύστερον δε από εκεί επεριπατούσαν ημέρες τέσσαρες και ήλθαν εις την σκοτεινήν γην. Και εκεί όρισεν ο Αλέξανδρος και ήφεραν φοράδες οπού είχαν πουλάρια μικρά. Και άφηκαν τα πουλάρια έξω και εσέβησαν εις το σκότος και επεριπάτησαν έως είκοσι τέσσαρες ώρες. Και εκεί εδιαλάλησαν εις όλον το φουσάτον ότι πας εις να πεζεύσει να πάρει από το χώμα της γης εκείνης. Και όσοι επήραν όταν εξέβησαν έξω, είδαν το χώμα και ήτον όλον χρυσάφι. Και επικράνθηκαν πως δεν επήραν περισσόν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας τεσσάρας. Και εσυναπάντησεν ο Αλέξανδρος δύο πουλία ανθρωποπρόσωπα, κατά πολλά εύμορφα, τα οποία του εμίλησαν με ανθρωπίνην φωνήν και είπαν: Αλέξανδρε, διατί πειράζεις τον Θεόν; Και θέλει σε οργισθεί εις τον έρημον τόπον να χαθείς και εσύ και το φουσάτον σου όλον. Μόνον κάμε ετούτο οπού σου λέγομεν και γύρισε οπίσω δεξιά και σύρε πάλιν να ακολουθήσεις τους συνηθισμένους σου πολέμους, ότι καρτερεί σε και ο βασιλεύς της Ινδίας να πολεμήσετε. Και εγύρισε δεξιά ο Αλέξανδρος και επεριπάτησεν ημέρας οκτώ. Και φθάνοντας εις μίαν λίμνην ετέντωσε να αναπαυθεί. Και οι μάγειροι άρχισαν διά να μαγειρεύσουν και επήραν και έβαλαν στεγνά οψάρια πολλά εις την λίμνην και άφηκάν τα ολίγον να βραχούν και αυτά ανέζησαν και έφυγαν εις την λίμνην.
Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος πως ανέζησαν τα οψάρια, εθαύμασε και εξεπλάγη. Και όρισε και εκολύμβησαν όλα τα φουσάτα του με τα άλογα τους μέσα εις την λίμνην και εδυναμώθησαν από τον κόπον τον πολύν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας δύο και ήλθεν εις άλλην λίμνην, οπού είχε το νερόν γλυκύ ωσάν ζάχαρη. Και εσέβη ο Αλέξανδρος να κολυμβήσει και ήλθεν επάνω του ένα ψάρι μέγα. Και αυτός έφυγεν έξω και το οψάριον κυνηγώντας τον εξέβη έξω. Και αυτός το εκαβαλίκευσε και εσκότωσέ το. Και είπε και έσχισάν το και ευρήκεν μέσα του ένα λιθάρι πολύτιμον· και ήτον ωσάν χηνάριον αυγό και έλαμπεν ώσπερ τον ήλιον. Και όρισε και έβαλάν το εις το φλάμπουρόν του και εβαστούσαν το εις τον Αλέξανδρον ομπροστά ωσάν φανάρι.
Και απ' εκεί ήλθαν εις άλλην λίμνην και έπεσαν να αναπαυθούν. Και όταν εβραδίασεν εξέβησαν απο εκείνην την λίμνην γυναίκες και έλεγαν τραγούδια πολλά εύμορφα, εις τόσον οπού ο νους του ανθρώπου επαίρνετο. Και ως ομοιάζει, εκείνες ήτον οι αναράιδες, οπού λέγουν την σήμερον. Και απ' αυτού επεριπάτησαν ημέρας εξ και ήλθον εις έναν τόπον οπού ήτον λόγκος μέγας. Και εκεί εξέβησαν αλογάνθρωποι πολλοί κατεπάνω του φουσάτου, οι οποίοι από την μέσην και απάνω ήτον άνθρωποι, από δε την μέσην και κάτω ήτον άλογα. Και ήτον όλοι τοξότες και το ξιφάρι της σαϊτας ήτον από λίθον αδαμάντινον. Και σίδερον δεν είχαν παντελώς και ήτον πολλά ογλήγοροι ωσάν πετούμενα. Και ως τους είδεν ο Αλέξανδρος, είπε των Μακεδόνων: Ας κάμομεν μίαν πονηρίαν, να πιάσομεν απ' αυτούς να τους πάρομεν εις την Μακεδονίαν δια θαύμα. Και επρόσταξε να κάμουν λάκκους, να τους σκεπάσουν με καλάμι χοντρό. Και απέστειλεν ανθρώπους να τους παρακινήσουν εις πόλεμον, και αυτοί μην ηξεύροντες την πονηρίαν των ανθρώπων έπεσαν εις τους λάκκους. Και εσκότωσαν δώδεκα χιλιάδες και επήραν και ζωντανούς και τους ημέρωσαν άλλες έξι χιλιάδες. Και ηθέλησαν να τους εβγάλουν εις τον κόσμον. Και τόσον ήτον ογλήγοροι, ότι δεν τους εγλίτωνε τίποτας. Και όπου και αν ετόξευαν, δεν αστοχούσαν. Και τους έδωκεν ολωνών άρματα ο Αλέξανδρος και τους ετοίμαζεν, διά να τους έχει βοηθούς εις τους ερχόμενους πολέμους. Οπόταν δε εξέβησαν εις τον κόσμον, κατά τύχην εφύσησεν άνεμος κρύος και απόθαναν όλοι.
Μετά δε εξήντα ημέρας ήλθαν εις την Ηλιούπολιν και εσέβηκαν εις ένα ναόν και επροσκύνησαν εις τον οποίον ευρήκεν ο Αλέξανδρος γράμματα οπού έδειχναν τον θάνατον του και ελυπήθη πολλά. Και απ' αυτού εσηκώθησαν και επεριπάτησαν ημέρας δέκα. Και ηύραν ανθρώπους μονοπόδαρους και είχαν ουράν ωσάν πρόβατα. Και επίασαν πολλούς απ' αυτούς και ήφεράν τους εις τον Αλέξανδρον. Και ο Αλέξανδρος τους ερώτησε λέγων: Πώς είστε αυτού; Και αυτοί του είπαν: Αλέξανδρε βασιλεύ, ελεημονήσου και άφες μας, ότι διά αδυναμίαν μας ήλθαμεν εδώ και εκρύφθημεν. Και ακούοντας ταύτα τα λόγια ο Αλέξανδρος τους άφησε διά να πηγαίνουν. Και επηδούσαν από λιθάρι εις λιθάρι και άρχισαν να περιγελούν τον Αλέξανδρον και έλεγαν: Ο Αλέξανδρος όλον τον κόσμον επήρε τον με την φρονιμάδα του και ημείς τον εγελάσαμεν και μας άφηκεν, οπού το κρέας μας είναι νοστιμότερον από όλα τα πετούμενα και τετράποδα και το κουφάρι μας γέμει πολύτιμα λιθαρόπουλα και χοντρό μαργαριτάρι και το πετζί μας σίδερον δεν το απερνά. Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος, εγέλασεν και είπε: Ο άνθρωπος από την γλώσσαν του χάνει το κεφάλι του. Και ευθύς όρισε και αρματώθηκαν διακόσιες χιλιάδες καβαλαραίοι με λαγωνικά και πάρδους και ζαγάρια. Και ετριγύρισαν όλον το βουνί και απόλυσαν τα ζαγάρια και τους πάρδους και τα λαγωνικά και επίασάν τους και τους ήφεραν όλους εις τον Αλέξανδρον. Και όρισε και έσφαξαν τους. Και τους έγδαραν και εστέγνωσαν τα πετζία τους και ευρήκαν εις το σκάφος τους πλούτον αναρίθμητον από πολύτιμα λιθαρόπουλα και μαργαριτάρι. Και όρισε τους Πέρσας και έφαγαν το κρέας τους. Και έλεγαν ότι να ήτον νοστιμότερον από όλα τα πετεινά και τετράποδα.
Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας εξ και ήλθεν εις το σύνορον της Ινδίας και εξέβη εις τον κόσμον. Είχε δε μήνας εξ αφού είδεν τα γράμματα εις την Ηλιούπολιν οπού έδειχναν διά τον θάνατον του, και πάντοτε ήτον λυπημένος. Και εκεί εθυμήθη τους μονοποδάρους και εγέλασε. Και είδαν οι Μακεδόνες και εχάρησαν και εγέλασαν και αυτοί. Και την πίκραν οπού είχεν ο Αλέξανδρος δεν την ήξευραν. 'Εμαθεν δε ο Πώρος, ο βασιλεύς της Ινδίας, ότι ήλθεν ο Αλέξανδρος εις το σύνορόν του και του έγραψεν επιστολήν.
Ηθικόν της ιστορίας Αλεξάνδρου του Μακεδόνος.
Η ζωή ετούτη είναι ως περ το λουλούδι του λειβαδιού, οπού ή το δρεπάνι το κόπτει, ή ο Ήλιος το ξηραίνει και το φθείρει, και εις ολίγον διάστημα χάνεται. Ούτως είναι η ζωή μας, οπού σήμερον είμεσθεν εις τον Κόσμον με πλούτη, με δόξες και τιμές, αύριον δε είμεσθεν από το δρεπάνι του θανάτου θερισμένοι.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ
ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ: Μια μελέτη του Κυριάκου Ταπακούδη
ΕΝΘΑ ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΠΟΝΟΣ, ΟΥ ΛΥΠΗ, ΟΥ ΣΤΕΝΑΓΜΟΣ, ΑΛΛΑ ΖΩΗ ΑΤΕΛΕΥΤΗΤΟΣ
Κυριάκου Ταπακούδη, μια μελέτη απαύγασμα των κυριότερων συμπερασμάτων από διάφορα εκκλησιαστικά και Ευαγγελικά συγγράμματα:
Όλες οι θρησκείες στην ενασχόληση τους με το θάνατο δοκίμασαν να αναλύσουν το μυστήριο και να εξηγήσουν τι συμβαίνει μετά. Οι περισσότερες συμφωνούν ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος, ενώ ορισμένες πιστεύουν ότι οι άνθρωποι θα μετενσαρκωθούν σε μια καινούργια καλύτερη ζωή αν έχουν ζήσει ηθικά, και μια χειρότερη αν έζησαν ανήθικα. Κυρίως τα Χριστιανικά δόγματα διδάσκουν ότι η ψυχή είναι αθάνατη και την περιγράφουν ότι συνεχίζει να έχει κάποια μορφή ύπαρξης μετά τον θάνατο και την αποσύνθεση του σώματος. Πιστεύουν ότι οι ψυχές εκείνων που πίστεψαν θα ζήσουν στον παράδεισο, ενώ των ασεβών θα ζήσουν αιώνια αποχωρισμένοι από την παρουσία του Θεού και θα βασανίζονται για πάντα στην κόλαση.
Ο Πλάτωνας δίδασκε ότι ο άνθρωπος έχει μια αιώνια ψυχή η οποία απελευθερώνεται από την φυλακή του σώματος τη στιγμή του θανάτου. Μετά Χριστόν πολλοί θεολόγοι συμφώνησαν με την άποψη αυτή σε αντίθεση με την Αγία Γραφή που γράφει ότι μόνο ο Θεός έχει την αθανασία και ο άνθρωπος δεν λαμβάνει αθανασία μέχρι “το θνητό θα ντυθεί αθανασία τη στιγμή της ανάστασης”, και λέει ότι οι ψυχές που αμαρτάνουν θα πεθάνουν.
Ο Θεός ακόμα, υποσχέθηκε αιώνια ζωή στους πιστούς, αλλά καμία στους άπιστους.
Είπε επίσης στους πρωτόπλαστους ότι αν έτρωγαν από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού σίγουρα θα πέθαιναν, ενώ ο Σατανάς με την μορφή φιδιού, είπε στην Εύα, ότι σίγουρα δεν θα πέθαιναν.
Η Αγία Γραφή διδάσκει ότι απλά η ψυχή παύει να υπάρχει. Η ψυχή, σύμφωνα με εδάφιο Γένεσης , αποτελείται από το συνδυασμό του χώματος που αποτελεί το σώμα και της πνοή ζωής από τον Θεό: “Ο Κύριος ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από χώμα της γης. Και εμφύσησε στους μυκτήρες του πνοή ζωής, και έγινε ο άνθρωπος ψυχή που ζει”.
Μετά θάνατον συμβαίνει το αντίθετο, η πνοή της ζωής που είναι η θεϊκή ενέργεια και διατηρεί το σώμα στη ζωή επιστρέφει στο Θεό και το σώμα γίνεται ξανά χώμα εκ των ων συνετέθει.
Για την αναβίωση της ψυχής απαιτείται αναδημιουργία, η οποία θα συμβει κατά την ανάσταση των νεκρών.
Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Θεσσαλονικείς, τους παρηγορεί να μην είναι λυπημένοι και τους λέγει να γνωρίζουν ότι και αυτοί που έχουν πεθάνει έχουν την ελπίδα της ανάστασης και της δικαίωσης, διότι υπάρχει μια αθάνατη ψυχή η οποία πηγαίνει στον παράδεισο την στιγμή του θανάτου. Και τους εξηγά ότι οι νεκροί τους που πέθαναν θα αναστηθούν και αυτοί όταν ο Θεός κατεβεί από τον ουρανό και ότι θα αρπαχτούν μαζί με τους πιστούς που ζουν κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού ο οποίος θα τους αναδημιουργήσει και το σώμα και το νου και το πνεύμα κατά την ανάσταση των νεκρών.
Και τη στιγμή της ανάστασης οι πιστοί που κοιμήθηκαν θα αναστηθούν, ενώ οι πιστοί που ζουν ακόμα θα μεταμορφωθούν σε μια στιγμή, σε χρόνο που ανοιγοκλείνει το μάτι, στην έσχατη σάλπιγγα, επειδή θα σαλπίσει και οι νεκροί θα αναστηθούν άφθαρτοι και οι ζώντες θα μεταμορφωθούν και αυτοί. Και αυτό θα γίνει επειδή «πρέπει τούτο το φθαρτό να ντυθεί αφθαρσία, και τούτο το θνητό να ντυθεί αθανασία».
Η διδασκαλία της Αγίας Γραφής είναι ξεκάθαρη. Υπάρχει διάκριση μεταξύ του πρώτου θανάτου ο οποίος είναι σαν ασυναίσθητος ύπνος, και του δεύτερου θανάτου που αποτελεί την καταστροφή των ψυχών των αμετανόητων αμαρτωλών. Δηλαδή όλοι οι άνθρωποι κοιμούνται μέσα στο χώμα της γης από την στιγμή του θανάτου τους περιμένοντας είτε την ανάσταση ζωής, είτε την ανάσταση κρίσης.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης περιγράφει τον δεύτερο θάνατο ως λίμνη της φωτιάς που θα καταστρέψει τις ψυχές εκείνων που έχουν καταδικαστεί.
Ο Χριστός αναφέρθηκε στον πρώτο και στον δεύτερο θάνατο λέγοντας στους πιστούς να μην φοβούνται από εκείνους που θανατώνουν το σώμα, οι οποίοι όμως δεν μπορούν να θανατώσουν την ψυχή, αλλά να φοβούνται Αυτόν που μπορεί να αποθέσει και την ψυχή και το σώμα μέσα στη γέννα, δηλαδή τον δημιουργό
Η θεωρία της αθάνατης ψυχής απαιτεί την ύπαρξη ενός χώρου, ενός αιώνιου τόπου που θα διαμένει η αιώνια ψυχή. Αυτό ο τόπος μπορεί να είναι η κόλαση του αιώνιου βασανιστηρίου για τους ανήθικους και ο παράδεισος της καθολικής σωτηρίας για τους ηθικούς.
Αν έτσι έχουν όμως τα πράγματα, ίσως με τις προσευχές για συγχώρεση των πεθαμένων, οι παρακλήσεις για μεσιτεία των Αγίων και των Μέντιουμ για επικοινωνία με τους νεκρούς, αυτό θα καταργούσε την κόλαση, και την δεύτερη ανάσταση.
Αλλά αν οι νεκροί κοιμούνται ασυναίσθητα και δεν γνωρίζουν τίποτε, τότε με ποιούς υπάρχει επικοινωνία; Η Αγία Γραφή κάνει σαφές ότι υπάρχουν πονηρά πνεύματα στον αόρατο κόσμο που επιδιώκουν συνέχεια να παραπλανούν τους εύπιστους ανθρώπους και να τους καταστρέφουν.
Όταν κάποιοι γράφουν ή λέγουν για μεταθανάτιες εμπειρίες, όσοι τα διαβάζουν ή τα ακούνε πρεπει να γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται για αναφορές ανθρώπων που πέθαναν πραγματικά, αλλά ανθρώπων που σχεδόν πέθαναν. Είναι εμπειρίες που μπορούν να προκληθούν με φάρμακα ή ηλεκτρικά ερεθίσματα του εγκέφαλου. Ενώ αντίθετα η Αγία Γραφή διηγείται την πραγματική ιστορία του Λαζάρου, που πραγματικά πέθανε και αναστήθηκε, ενός ο οποίος ήταν νεκρός για τέσσερις ημέρες. Τίποτε δεν είχε να πει μετά την ανάσταση του, επειδή τίποτα δεν είχε να διηγηθεί αφού πέθανε και η ψυχή παρέμεινε αναίσθητα κοιμωμένη και θα παρέμενε έτσι μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αν Αυτός δεν τον ανέσταινε πρόωρα.
Συναντούμε σε ποίημα που κατέγραψε ο ηγουμενος Μαχαιρα Γρηγόριος το 1945, μια αναφορά για ένα περιστατικό που συνέβηκε στα ανοιχτά της θάλασσας της Χλώρακας. Το 1810 ένα επιβατικό πλοίο γεμάτο πλούσιους επιβάτες ταξίδευε για τους Αγίους Τόπους.
Έπιασε μεγαλη θαλασσοταραχή, έπεσε στην ξέρα του «Φερφουρή», βούλιαξε και πνίγηκαν όλοι. «Φερφουρής» είναι κατά άλλους η ξέρα ένα χιλιόμετρο στα ανοιχτα της παραθαλάσσιας περιοχής «Δήμμα» και είναι καταγραμμένη στους επίσημους χάρτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κατά άλλους, είναι η μκρή χερσόνησος στην παραθαλάσσια περιοχή της «Βρέξης». Στην άκρη της υπάρχει μια τρύπα σαν σπηλιά, που την σκεπάζει το νερό. Όταν έχει τρικυμία τα κύματα κτυπούν στη σπηλιά, συμπιέζεται ο αέρας που υπάρχει σε αυτήν, και δημιουργείται ένας θόρυβος όπως φφ, δηλαδή φερφουρίζει. Έτσι και ο βράχος αυτός ονομάστηκε το νησί του «Φερφουρή». Όταν συνέβαινε αυτό το φαινόμενο, αλλά ταυτόχρονα νότια της θάλασσας γέμιζε και κατέβαζε ο καιρός, τότε πάντα έβρεχε. Γι αυτόν τον λόγο, πήρε η περιοχή την ονομασία 'Βρεξη". Περί της τοπωνυμίας αυτής, βρίσκουμε σε δημοσίευμα στο περιοδικό "Πάφος" έκδοσης 1942 από τον αρθρογράφο Χρ. Λίβα, να αναφέρει τα εξής. «(Άμα χτυπά το Φερφουρίν για τρεις ώρες για τρεις ημέρες έσιει νερά. Η λέξη Φερφουρίν είναι όνομα ενός άλλου νησιού που βρίσκεται προς την παραλια του χωριού Χλωρακας. Η λέξη χτυπά αναφέρεται στον υπόκωφο κρότο της θάλασσας που κάνει χτυπώντας προς τον Φερφουρίν. Η παρατήρηση αυτή γίνεται το φθινόπωρο προς το χειμώνα, συνήθως νύχτα. Οι κάτοικοι της χαμηλής πιστεύουν ότι όταν αστράψει από τη διεύθυνση του νησιού εκείνου θάρθη βροχή, το πολύ σε τρεις μέρες. Η ορθότητα της παρατήρησης αυτής διαφαίνεται κι από την ακόλουθη. Άμα αστράφτει συχνά το Φερφουρίν, σε τρεις ώρες έχουμε νερά. Άμα αστράφτει αργά σε τρεις ημέρες. Α ‘μμα στράφτει του Τσιύκκου αννίει ο τζιαιρός. Η φράση του Τζιύκκου εδώ εννοείται η διεύθυνση προς τη βουνοκορφή της μονής Κύκκου)»
Το ναυάγιο του χρυσοκάραβου στο νησί του Φερφουρή
7 Ηλθαν να προσκυνήσουν σ ολες τες εκκλησιαίς άνδρες τε και γυναίκες και πέντε κορασιαίς
8 καί δέκα άρχοντόπουλλά και ξήντα φαμιλιαίς και σαν να έθαρήαν πώς παρπατούν στεριαίς
9 και αρχήνισαν να κάμνουν της γνώμης τους δουλιαίς και δεν παρακαλούσαν ημέραις και βραδιαίς
10 να μην κλαίσιν κατόπιν απαρηγόρηταις, μόνον είς την κακίαν πηγαίνυν τρεχανταίς
11 Κι ό Πλάστης μου δεν θέλει δουλείαις δολεραίς, προστάσσει και φυσούσι σ όλαις τες στεριαίς.
12 Και άγρίωσεν ή θάλασσα με κακαίς βοαίς, ο ουρανός σκοτίστην άπό ταίς βρονταίς.
13 Κατάρτια τσακκιστήκαν απου ταίς αστραπαίς, τότες είνε φόβοι, τρομάρες φοβεραίς,
14 τρομάρες ασυνήθισταις εις ταίς άμαρτωλαίς, που πάσιν κολασμέναις και άξωμολόγηταις
15 Πως ετσι τουν το πάχτιν στήν Πάφουν να πνιγούν ανάμεσα στον κόλπον της Καραμανιάς
16 καράβιν κινδυνεύει μέσ' τα βαθιά νερά, κλαίσιν και αναστενάζουν γυναίκες, πάς παιδιά,
το πώς θέν να γλυτώσουν έκείνην την βραδιά.
17 Είχεν κι έναν παιδάκιν του άρχοντος γαμπρός, αρχίνησεν και φώναζεν τον κόσμον τον κακόν
18 'Ανάθεμαν να έχη Αντώνης και Γιαννής, οπου ταν ή αιτία καί βγήκαν Κυριακήν.
19 Απόκρηαν το βράδυν μπαρκαριστήκαμεν, αντίκρυς πού την Λεύκαν συγχωρήθηκαμεν.
20 Απέξω πού τον Πύργον επεράσαμεν, κι έως τα νερά της Πάφου εκεί αράξαμεν.
21 Καλλίτερα τους ήτουν είς την Καραμανιάν, παρά και τσακκιστήμεν στης Πάφου τα νερά.
22 Καλλίτερα τους ήταν να αποθάνουσιν, παρά να φαν τα ψάρια και να χορτάσουσιν.
23 Καλλίτερα τους ήταν να μην βαρκαριστούν καί νάλθουν είς την Πάψουν και κεί να βυβιστούν.
24 Τότε ανακατώθην που μέοα ό καιρός, τότε να δής τα κλάματα κι ό αναστεναγμός.
25 Έκλαιαν οι ταλαίπωροι δάκρυον ελεεινόν, εκλαίασιν καί λέγασιν ετούτην την φωνήν:
26 γιαλέμ γιαλέμ, γιαλέλιμ, γιαλέλιμ γιαλελίμ, πού χάσαμεν την νιότην μας, ψυχήν καί το κορμίν.
27 Πανάγιε μου Τάφε, καί κόψε τον καιρόν, καί γλύτώσ' μας νά έλθωμεν στη Γιάφα με καλόν.
28 Άξιώσ' μας Χριστέ μου τον τάφον σου να δώ, καί να τον προσκυνήσω να τον ομολογώ.
29 Πού τρέμουν οί Προφήτες καί οι άγγελοι του, κι' οι δαίμονες σκορπίζουνται όποτε τον ιδούν.
30 Ό Κόσμος σε δοξάζει καί γώ σέ μαρτυρώ, πώς είσαι παντοκτίστης και σέναν καρτερώ.
31 Γλύτωοε μας, δώς μας μιαν χαράν, έναν κάτεργον να δώσω στην χάριν σου τωρά.
32 Γλύτωσε μας Χριστέ μου ακόμα μιαν φοράν, νά μας κατευοδώσης της Κύπρου τα βουνά.
33 Κυρία μου του Μαχααρά και να γλυτώσωμεν, καί όλοι μας οι χακίδες να σε χρυσώσωμεν.
34 Βασίλισσα του κόσμου με τον Μονογενή δύνασαι να γλυτώσεις ετούτον το παιδίν
35 Α γυιέ μου Νικολάκι κ' ευσπλαχνικόν παιδιν ετσι ήτουν το γραφτόν σου στην Πάφουν να πνιγής.
36 Που σε'(ει)χα κανακάριν κανακαρδωτόν χρυσάψιν μου ρουπίνιν διαμάντιν διαλεκτόν.
37 Και που πηγαίννεις τώρα και θα σε καρτερώ να δω το πρόσωπον σου να το γλυκοφιλώ.
38 Παρηορκάν, θεέ μου, δός μου διά να λαλώ πάλιν γιαλέμ, γιαλέμιν γιαλέλιμ γιαλελίμ
που χάσα την ζωήν μου δια τούτον το παιδίν.
39 Μήτε θεός ακούει μήτε οι άγγελοι μήτε ή Παναγία διατί μαι αμαρτωλή.
40 Μήτε πουπάνω παίρνει, μήτε στεργιάς φυσά ο σκυλλος ο Πουνέντες μας βάνει όμπροστά.
41 Άβάντε παλληκάρκα τρικέτα τα πανιά, διατί θέ νά μας φάσιν της Πάφου τα νερά.
42 Ταις τρείς ώραις της νύκτας εσκαπουλλάραμεν στον κάβο Αρναούτην εκεί αράξαμεν.
43 Μηνά ό καραβοκύρης του γραμματικού τον τσιράτζιν να αλλάξουν δια να κοιμηθούν
44 Γραμματικός φωνάζει του σιόρ Παυλή και τόν εδιατάσσει και τον καθοδηγεί
45 Απόκρισιν του δίδει, κάμνει τον να χαρή. Εγώ την στράταν ξέρω την Παφής ήμουν παιδίν
μπροστά μας είνε ξέρη στου Κάβου Φερφουρήν.
46 Γροικά καραβοκύρης αφιερώθηκεν καμπόσον παίρνει πομονήν κ' εποκοιμήθηκεν
σταίς έξη ώραις πάνω ετσακιστήκανε.
47 Κλαίομεν τά καυμένα παραπονετικά, και δέν εχει κανέναν να μας αδικά.
48 Και πώς βαστάχνης Πλάστη μου,τόσους πικρούς καμούς λυπήθου μας τούς ξένους και τους αμαρτωλούς
49 Χάννομεν την ζωήν μας τον ηλιον και το φως κανείς δεν μας λυπάται να ρθή να μπή ομπρός
50 Κλαίομεν τα καϋμένα τις να μας λυπηθή, μηνά τού άρχοντα της ν' άρτη να την ιδή.
51 Κυρία μου βασίλισσα και κόψε τον καιρόν και πέσαμεν στην θάλασσαν μεσ' ταρμυρόν (νερόν).
52 Ο Χάννας και ό Βασίλης εσηκωστήκανε με τον καραβοκύρην ττοκαριστήκανε
53 Λευτέρης ό καϋμένος στην πλώρην έρεεν μαζύν με τον Γεώργην συχωρηθήκανε.
54 Τότες ο Χακή Γεώργης φωνάζει δυνατά, αφέντη θα πνιγούμεν στης Πάφου τα γουνά.
55 Ηλθεν του Δραγομάνου η νοικοκυρά Κύριε και θεέ μου και πλάστη και κριτά
και γλύτωσε τον κόσμον σου και τούτα τα παιδιά.
56 Τί να μου συντυχάννεις και τι να μου μιλής να κλαύσω νά χορτάσω δια τούτον το παιδίν.
57 Θεέ και αν είμαι πλάσμαν σου, και δέχτου με τωρά και πάνω στον θυμόν σου άλλην μιαν φοράν.
58 Χριστέ μου τον απάντων δός μου παρηορκάν, και ναλθω εις την χάριν σου να γένω καλορκά,
59 σπλαχνίστου μας, Χριστέ μου, και χω λύπην φοβεράν μέσα στα σωτικά μου χωρίς παρηορκάν.
60 Πού είσαι αφέντη άρχοντα κι' αφέντη μου Χακή και αφέντη της Ατάλιας και της Καραμανιάς
πούσαι τής βασιλείας απάρθενος ραγιάς.
61 Ελα να πάρης θάρρος της Κύρα Μαρουδιάς και χάθην που τα χέρια σου το ρόδιν της ροδιάς
62 Χάννεις το πειν και σπλάχνος καθ ον να δης πώς λαχταρίζομεν μέσ' τ αλμυρόν νερόν
63 να δείς τον Νικολάκην πως λαχταρίζεται γουνάριν είς το χώμαν χαμαί ταράσσεται
και τούτον εν του Πλάστη μου δια να δοξάζεται.
64 Και πρέπει μου να κλαίω, να λέγω διαλελίμ, δέν εχω πιον έλπίδαν δια τούτον το παιδίν.
65 Άγιε μου Νικόλα, και να γλυτώσαμεν το μαρμαρένον τέμπλος να το χρυασώσωμεν
66 Και πάνω στο χρυσάφιν να γράψωμεν ψηφίν:μας έφαγεν ή θάλασσα της Πάφου οί καϋμοί,
67 απ έξω που τον Κάβον που λέγουν Φερφουρίν τσακίστην το Καράβιν του Χακή Αλεξανδρή
68 Και φτάννει το χαπάρι και κείνοι καρτερούν και πάσιν οι γραφάδες στου Δανικλή
και κάμνουν το χαπάριν στου Χακή Δημητρή.
69 Αφέντη Δραγομάνε, ορίστε τι εγίνηκεν τα κακά χαπάρια της Κύπρου έτσι καϋμός.
70 Απλώννει ευθύς τα χέρια του πιάννει τα γράμματα και αρχίνησεν να κλαίη απαρηγόρητα.
71 Αλοίμονον άλοίμονον είς τόν αμαρτω\όν, ποττέ μου δεν το πάντεχα να έχω έτσι καμόν.
72 Ομως ή αμαρτία μου και ή κακία μου πνιγήκαν τά παιδιά μου και ή γυναίκα μου.
73 Έγώ 'χα ταίς ελπίδες να έλθουν υγιείς τούς εκοψεν ή θάλασσα της Πάφου οι καϋμοί,
74 Καλύτερα μας ήτον να άρωστήσωμεν παρά ετσι χαπάρια να ακούσωμεν.
75 Αχ, Μαρουδιά κυρά μου καλόν μου ριζικόν καί κάψες την καρδιάν μου το κακορίζικον,
76 Αχ Μαρουδιά κυρά μου νυναίκα διαλεχτή στόν κόσμον τούτον όλον ησουν ή θαυμαστή
77 Α Μαρουδιά κυρά μου δεν ήλθες να μέ δης και να μου χωρατέψης δια να μου χαρής
78 Α Μαρουδιά κυρά μου ψυχή μου και καρδια καί καψες την καρδιάν μου εσύ και τα παιδιά.
79 Καιτι να κάμω τώρα και τι να καρτερώ να δω το πρόσωπον σου να το γλυκοφιλώ
80 Και τι να κάμω τώρα, άλλον δεν μου περνά να ρίξω ταις όρπίδες μου εις την Βασίλισσαν
81 Να σώοη την ψυχήν της, της κύρα Μαρουδιάς κ' ύστερης του υιού μου του σιορ Νικολή
πού είτανε το σπλάχνος μου, εκείνον το παιδίν.
82 Εγώ ποττέ δεν τ ώλπιζα εις τέτοιον καϋμόν όμως ή αμαρτία μου μ' άφηκεν μοναχόν,
νώ κλαίω να στενάζω ο ταλαίπωρος εγώ.
83 Σέ έλεεινήν κατάστασιν ήλθα εγώ τωρά πνιήκαν τά παιθκιά μου στης Πάφου τα νερά.
84 Και τι να κάμω τώρα και τι να καρτερώ στα βάθη της θαλάσσης να ππέσω να πνιγώ.
85 Δεν έχω πιόν ελπίδαν μήτε παρηορκάν να κάτσω να προσμένω την κυρά Μαρουδιάν.
86 Δέν.είνε τούτον πράγμαν πού θέλει να γενή να κάτσω να προσμένω τον Σιορ Νικολήν.
87 Α γιε μου Νικολάκη και σπλαχνικόν παιδίν, που σ είχα κανακάριν και κανακαρδωτόν
χρυσάφιν μου ρουπίνιν διαμάντιν διαλεχτόν.
88 Α γιε μου Νικολάκη γλυκύτατον παιδίν πού πνίγης είς την θάλασσαν της Πάφου το Γουνίν.
89 Δεν κλαίω το καράβιν μήτε την σουρμαγιάν κλαίω τήν αγάπην την κυρά Μαρουδιάν,
90 και την βαπτιστικήν μου την κυρά Λενουδιάν βραχιόλια πού φορούσαν τριάμισυ πουγκιά.
91 Αφηστο πού τα ρούχα πού είχασιν μαζύ, το κάθε εναν είχεν ανάμισυ πουγκίν
92 Δεν κλαίω γώ τα ρούχα μηδέ την σουρμαγιάν μα κλαίω την άγάπην μου καί κείνα τα παιδιά,
93 πως επνίησαν αδίκωτα στης Πάφου τα νερά το σπλάχνος μου αφίννω είς την Βασίλισσαν,
94 να σώση την ψυχήν της κυρά Μαρουδιάς κ' ύστερης του υιού μου του σιορ Νικολή.
95 Θυμούμαι το τραγούδιν πάντα πού μου λαλεί πάντα γιαλέμ γιαλέλιμ γιαλέλιμ, γιαλελίμ
πού χάσαμεν την νιότην μας, ψυχην και το κορμίν.
Αμήν, 1819, τέλος.
Δια την αντιγραφήν
Ο Ηγούμενος Μαχαιρά Γρηγόριος
Μονή Μαχαιρά 29 Απριλίου
Η ΚΑΥΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ -μελέτη του Κυριάκου Ταπακούδη κατα μήνα Δεκέμβριο 2012-
Τις τελευταίες μέρες επανήλθε το ζήτημα της αποτέφρωσης, και η κυβέρνηση κατέθεσε νομοσχέδιο στη βουλή σε σχέση με το θέμα της καύσης των νεκρών. Κατά τη γνώμη μου είναι ένα πολύ δύσκολο ζήτημα γιατί αγγίζει ευαισθησίες και ταμπού, γι αυτό θα πρέπει να εξεταστεί πάρα πολύ προσεκτικά χωρίς να προκαλέσει κοινωνική αναστάτωση, και το μονο που θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να συμφωνηθεί, είναι να επιτρέπεται η αποτέφρωση μόνο για όσους δεν ασπάζονται την ορθόδοξη χριστιανική μας πίστη. Ως λόγο για τη γνώμη μου αυτή, παραθέτω ορισμένες απλές σκέψεις μου, ελπίζοντας πολλοι από σας να συμφωνήσετε μαζί μου:
Η επιχειρηματολογία την οποία επικαλούνται όσοι τάσσονται υπέρ της καύσης των νεκρών, είναι κυρίως η έλλειψη χώρου στα κοιμητήρια καθώς και οι λόγοι υγιεινής. Θεωρούν ότι μολύνεται το υπέδαφος με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλά μικρόβια.
Ο Χριστιανισμός όμως, είναι υπέρ της ταφής των νεκρών και η Εκκλησία δεν δέχεται την αποτέφρωση, διότι αντιβαίνει στα χρηστά και Χριστιανικά ήθη.
Εξ άλλου μπορούν να κατασκευαστούν οστεοφυλάκια που με την πάροδο μιας λογικής χρονικής περιόδου, να φυλάσσονται τα οστά. Αυτός ο τρόπος έχει εφαρμοστεί στο νέο κοιμητήριο της Χλώρακας, και αποδείχθηκε ένας καλός τρόπος που μπορεί να φιλοξενεί τους νεκρούς μας για εκατοντάδες χρόνια. Είναι ένας πρότυπος τρόπος, μια έξυπνη σκέψη που μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα. Δεν πωλούνται οι τάφοι, παρά μόνο ενοικιάζονται. Όταν γεμίσει το κοιμητήριο, ανοίγονται οι τάφοι από την αρχή και τα οστά φυλάσσονται στο οστεοφυλάκιο το οποίον αν κάποτε γεμίσει και αυτό, μπορούν να θαφτούν όλα τα οστά σε κοινό τάφο, έτσι που ο κάθε ζώντας να ξέρει πού είναι ενταφιασμένοι οι δικοί του νεκροί για να μπορεί να κάμνει ένα τρισάγιο για τη μνήμη τους.
Άλλο επιχείρημά τους είναι το υψηλό κοστολόγιο και η εμπορευματοποίηση των τελετών και πιστεύουν ότι η καύση θα αποτελέσει την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας, ισχυρίζονται ακόμη, ότι τα νεκροταφεία είναι αιτίες και αφορμές για φαινόμενα τυμβωρυχίας και μαγείας.
Στα παλιά Χριστιανικά χρόνια η καύση των νεκρών θεωρείτο τιμωρία και ατίμωση, γι αυτό στο μεσαίωνα έκαιαν μονο τους μάγους και τις μάγισσες που εξασκούσαν μαύρη μαγεία ενάντια στη Χριστιανική θρησκεία. Εξάλλου τρανό παράδειγμα της θέλησης του Θεού, είναι ο ενταφιασμός και όχι η καύση του Θεανθρώπου και υιού του, Ιησού Χριστού.
Ενώ η ταφή προλέγει την ανάσταση των νεκρών και θεωρείται σύμβολο και ομολογία της πίστεως και της ελπίδας στην αθανασία της ψυχής, στην ανάσταση των νεκρών και στην αιώνια ζωή, η αποτέφρωση είναι σημάδι ότι τίποτα δεν μένει από τα κεκειμημένα σώματα που να ενισχύει αυτήν την πίστη. Όσοι επιθυμούν την αποτέφρωση αντί της ταφής, είναι φανερό ότι αντίκεινται στις διδασκαλίες του Χριστιανισμού, και θέλουν τις διδαχές περί αναστάσεως των νεκρών κατά τη δευτέρα παρουσία, να την παρουσιάσουν ως δοξασία.
Τα παλαιότερα χρόνια εκτός από τις Χριστιανικές διδασκαλίες περί της ταφής των νεκρών, τα υπόλοιπα φαινόμενα έδειχναν μια παρερμηνεία ότι τίποτα δεν μένει ύστερα από το θάνατο, αφου στο πέρασμα των αιώνων, καμία ένδειξη εκτός στις περιπτώσεις των αγίων, δεν υπήρξε που να ομολογεί περί του αντιθέτου. Εξ άλλου και η ίδια η θρησκεία μας το ομολογεί: «το σώμα διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθει»
Πρεπει να γνωρίζουμε όμως, ότι η νεκρώσιμος ακολουθία, εξηγεί από τη μια τη φυσική υπόσταση του ανθρώπινου σώματος το οποίο δημιουργήθηκε από την ύλη και την ανυπαρξία, καθώς και Θεολογικά εξηγά περί άφθαρτης και αιώνιας ζωής. Εξ άλλου, όλοι οι ψαλμοί ψάλλουν μονο για κεκοιμημένο κι όχι αποτεφρωμένο σώμα, ομολογώντας έτσι ότι η ταφή γίνεται και ως παρηγοριά για τους εναπομείναντες αγαπημένους ζωντανούς, έχοντας μ αυτό τον τρόπο παρηγοριά και ελπίδα για Παράδεισο, και φόβο για κόλαση, στοιχεία το πρώτο για χριστιανική ζωή, και ανασταλτικό το δεύτερο για κακές συμπεριφορές και δράσεις.
Η ταφή πρεπει να προτιμάται από την καύση, γιατί το ενταφιασμένο σώμα ως υπαρκτό θαμμένο πτώμα, γίνεται αφορμή για συνειδητοποίηση και υπόμνηση της ματαιότητας και της προσωρινότητας πανω στη γη του ζώντος ανθρώπου.
Διότι, είναι διαφορετικά οι άνθρωποι να βλέπουν το λείψανο και να γνωρίζουν ότι για πολλές πάρα πολλές δεκαετίες θα υπάρχουν τα οστά στο μνήμα, και διαφορετικά να βλέπουν ένα βαζάκι που περιέχει τέφρα μετά από την καύση του προσφιλούς προσώπου. Το κάψιμο είναι πλήρης αφανισμός μιας ζωντανής συνέχειας και μιας επικοινωνίας, την οποία όλοι μας έχουμε ανάγκη. Άλλωστε, τα οστά των νεκρών αποτελούν ανάμνηση της παρελθούσης ζωής και ενθύμησης της παρούσας, καθώς και υπόμνηση της μάλλουσας προοπτικής μας. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα με την πρόοδο της επιστήμης που με την εξέταση DNA των οστών, βρίσκουν κληρονομικά στοιχεία του αποθανόντος κεκοιμημένου μετά των ζώντων, έτσι που να ταυτοποιούνται και να ξέρουμε εμείς οι ζωντανοί ότι και μετα θάνατον φέρουμε το στίγμα της ύπαρξης μας και τους περάσματος μας από τη ζωή.
Συμφωνώ λοιπόν με την Εκκλησία που αρνείται την καύση, διότι τοιουτοτρόπως αρνείται το ανθρώπινο τέλος και ομολογεί την αλήθεια για τη συνέχιση της αιώνιας ζωής μετά τον θάνατο. Εξ άλλου ποιά παρηγοριά πλέον θα μένει στους ζώντες συγγενείς του τεθνεώτος όταν δεν θα υπάρχει ένα μνήμα που να ξέρουν ότι μέσα κοιμάται το αγαπημένο τους πρόσωπο και να έχουν έτσι μια ελπίδα στην καρδιά ότι μετα θάνατον θα ξανασυναντηθούν; Είναι λοιπόν φανερό, όσοι αγαπούμε τους συγγενείς μας και τους φίλους μας, δεν θα πρεπει να αποδεχτούμε αυτά τα ξενόφερτα ήθη που θα αλλοτριώσουν τα δικά μας. Διότι είναι ήθη και κουλτούρες που προσπαθούν να μας επιβάλουν ξένα κέντρα αποφάσεων, ισως γιατί θέλουν να κάμψουν την πίστη μας στη θρησκεία μας, την μόνη που έμεινε να μας ενώνει ως Χριστιανικό λαό.
Κυριάκος Ταπακούδης
ΠΩΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΕΣ
Η επιστήμη έχει κάνει τεράστια πρόοδο και με τις απεριόριστες γνώσεις που οι περισσότεροι έχουν αποχτήσει και γνωρίζουν, έχουν συντείνει να αναπτυχθεί ο πολιτισμός κάνοντας τον άνθρωπο να είναι γνώστης των περισσοτέρων μυστικών και ανεξήγητων έως τον περασμένο αιώνα φαινομένων και δραστηριοτήτων που διέπουν την ζωή και τη φύση γύρω μας, καθώς και πολλά για το απώτερο διάστημα.
Θα ήταν λογικό υπό αυτές τις προϋποθέσεις η ανθρωπότητα να έχει απελευθερωθεί πλέον από προλήψεις, προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Εξαιτίας των ανυπέρβλητων κινδύνων και της αδυναμίας του να τους αποφύγει, ο άνθρωπος εξακολουθεί να είναι δέσμιος των προκαταλήψεων του για τα ανεξήγητα φαινόμενα διαβλέποντας με φόβο να του συμβαίνουν μέσα από αυτά κακοτυχίες και ασθένειες.
Από την αρχή της γενέσεως οι πρωτόγονοι νιώθοντας ανίσχυροι στα φυσικά φαινόμενα που τους δυσκόλευαν τη ζωή και μη μπορώντας να τα κατανοήσουν, τα θεωρούσαν ως μυστήριες δυνάμεις που τους απειλούσαν τη ζωή. Αδυνατώντας να τα καταπολεμήσουν, πίστευαν ότι υπήρχαν απόκοσμες κρυφές δυνάμεις που άμα τις επικαλούσαν, αυτές δρούσαν προς όφελος τους. Κατέφευγαν λοιπόν σε διάφορες πράξεις τις οποίες θεωρούσαν χρήσιμες και υποβοηθητικές για να καλάρουν τις δυνάμεις αυτές να τους βοηθήσουν.
Κατέφευγαν λοιπόν σε πράξεις ακατανόητες, αλλά που πίστευαν ότι ήσαν αναγκαίες. Προέβαιναν σε τελετουργίας λευκής και μαύρης μαγείας, πιστεύοντας ότι δι αυτού του τρόπου έδιωχναν το κακό, ή ακόμα προκαλούσαν το κακό.
Έτσι μ αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκαν όλες οι δοξασίες που αφορούν τον εν γένει βίο των ανθρώπων. Απλοί αγράμματοι αλλά και μορφωμένοι, άνθρωποι που θεωρούν ότι οι προλήψεις χαρακτηρίζουν τους αδύνατους χαρακτήρες, τελικά γίνονταν προληπτικοί και κατέφευγαν στις δοξασίες για να καταπολεμήσουν τις δεισιδαιμονίες τους. Ήταν προκαταλήψεις που τους δημιουργούνταν από παθήματα της κάθε μέρας, που όσο και να μην ήθελε να τα πιστεύει κάποιος, τελικά η ίδια η ζωή του απεδείκνυε ότι πραγματικά συμβαίνουν πράματα παράξενα και ανεξήγητα.
Η Τρίτη και 13 αποτελεί κακή μέρα για τους προληπτικούς, διότι είναι η ημέρα που έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης, και είναι επίσης κακότυχη από αστρολογικής απόψεως αφού είναι η ημέρα του Άρη του Θεού του πολέμου.
Ο αριθμός 13 θεωρείται γρουσούζικος γιατί συμβολίζει τον 13ο μαθητή του Ιησού, τον Ιούδα, που τον πρόδωσε, καθώς επίσης γιατι στα χαρτιά που γράφουν το ριζικό, αυτός ο αριθμός σημαίνει Θάνατος.
Το επίμονο και κακό βλέμμα κάποιων ανθρώπων προς άλλους ακόμα και σε άψυχα αντικείμενα, προκαλεί μάτιασμα το οποίον προκαλεί κακό και δυστυχία, είναι δε το μάτιασμα φαινόμενο αποδεκτό και από την εκκλησία που υποστηρίζει ότι κάποιος που φθονεί ή μισεί κάποιον άλλο, παρακινεί και επηρεάζει τον διάβολο σε δράση.
Αυτά και άλλα πολλά που όσο να μην θέλει κάποιος να πιστέψει και να λάβει σοβαρά υπόψη, συμβαίνουν κατά παντού, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, αλλά και τρόποι καταπολέμησες τους, ή αποφυγής τους.
Παρακολουθούμε λοιπόν ανθρώπους να κρεμμάζουν στις πόρτες φυλαχτά όπως πέταλα αλόγων και αμματόπετρες, γιατι πιστεύουν ότι τους φέρνουν τύχη, ή αποτρέπουν το κακό μάτι.
Την πρωτοχρονιά πιστεύουν οι νοικοκυραίοι ότι πρώτος το κατώφλι τους σπιτιού τους πρεπει να περάσει άνθρωπος καλόκαρδος, για να κάνει καλό ποδαρικό για να πάει καλά η υπόλοιπη χρονιά. Ακόμα σπάζουν ένα ρόδι στο κατώφλι, πιστεύοντας όπως άφθονα είναι τα κοκούτσια μέσα στον καρπό, το ίδιο άφθονα να είναι τα καλά στο σπίτι την ερχομένη χρονιά.
Πιστεύουν ακόμα ότι, όταν μπαίνει κάποιος για πρώτη φορά στο σπίτι με το δεξί πόδι, όλα πάνε δεξιά, και όταν δεν βγαίνει από την ίδια πόρτα, χαλάει το προξενιό.
Αν κακό μάτι πέσει στην οικογένεια, το κακό θα φύγει με ράντισμα του σπιτιού με αλατόνερο.
Αν καπέλο είναι πάνω σε κρεβάτι φέρνει γρουσουζιά, αν ψαλίδι είναι ανοιχτό προκαλείται δυστύχημα, αν σπάσει καθρέφτης για πολύ καιρό θα έρχεται γρουσουζιά, και το κοιταγμα σε αυτόν μετά τα μεσάνυχτα, φέρνει κακό.
Τα τριαντάφυλλα πρέπει να τα προσφέρονται σε μονό άθροισμα ή ντουζίνα.
Αν η σκούπα πέσει μόνη της, θα έρθουν ανεπιθύμητοι.
Αν στο πάτωμα βρεθεί καρφίτσα, σημαίνει καλή τύχη.
Τα παπούτσια δεν πρεπει να τοποθετούνται ανάποδα γιατι φέρνουν γρουσουζιά.
Αν κάποιος τρώγει σε σπασμένα ή ραγισμένα πιάτα, δεν θα έχει καλή τύχη.
Τα ποτήρια με νερό δεν πρεπει να τσουγκρίζονται, ενώ μετά το τσούγκρισμα των ποτηριών που περιέχουν ποτό, αυτό πρεπει να πίνεται.
Αν τη νύχτα κάποιος νοικοκύρης τινάζει το τραπεζομάντιλο έξω μετά το φαΐ, από τα ψίχουλα τρώνε τα πνεύματα τα οποία στη συνεχεία τα έχει με το μέρος του.
Τα μαχαιροπήρουνά δεν πρεπει να αφηνωνται σταυρωμένα στο πιάτο.
Είναι γρουσουζιά το μπάνιο τη Μ. Παρασκευή.
Αν μια κοπέλα θέλει να δει ποιόν θα παντρευτεί, τοποθετεί κάτω από το μαξιλάρι της λουλούδια από τον επιτάφιο ή κουφέτα από τον δίσκο του παπά σε γάμο.
Οι γαλάζιες χάντρες διώχνουν το κακό μάτι.
Για να φύγουν μακριά τα κακά πνεύματα, χτυπούμε ξύλο.
Όταν έχουμε φαγούρα στη μύτη ή την πλάτη, θα φάμε ξύλο, ενώ όταν έχουμε φαγούρα στη δεξιά παλάμη, θα πάρουμε ή θα δώσουμε χρήματα.
Χρήματα επίσης θα λάβουμε εάν κατά λάθος μας χυθεί ο καφές από το φλιτζάνι.
Φορώντας τα ρούχα μας ανάποδα τη νύχτα, προστατευόμαστε από τις κατάρες.
Η βασιλιτζιά στην είσοδο του σπιτιού φέρνει καλή τύχη.
Βάζοντας ένα μεγάλο κρεμμύδι πάνω από την εξώπορτα ή το τζάκι, εξασφαλίζουμε καλή τύχη.
Είναι γρουσουζιά να μετράτε τα αστέρια, ωστόσο, όταν ένα αστέρι πέφτει, μπορούμε να κάνουμε μια ευχή και αυτή ίσως βγει αληθινή!
Σταυρώνουμε τα δάχτυλα για καλή τύχη ή για να ξεφύγουμε από το να κρατήσουμε μία υπόσχεση.
Ο αριθμός 666 αναφέρεται στο Βιβλίο της Αποκάλυψης πως είναι ο εκπρόσωπος του Σατανά, γι αυτό συνηθίζουν οι άνθρωποι να τον αλλάζουν.
Κυριάκος Ταπακούδης
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΥΜΝΟΣ
Διερωτήθηκε ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, «Μα, εσένα θα βαπτίσω;» Και του απάντησε ο Χριστός, «Άφες άρτι, πρέπει να πληρώσω με πάσαν δικαιοσύνην και πάσαν ταπείνωση.
Η δημόσια Βάπτιση του Χριστού ως εναρκτήρια πράξη πριν από το δημόσιο έργο του συμβολίζει κατά πρώτον την απαλοιφή των μέχρι την ημέρα της βαπτίσεως αμαρτημάτων, και δεύτερον, την απαλλαγή από τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος.
Ο Χριστός όμως ως αναμάρτητος υιός του Θεού, δεν χρειαζόταν να απαλλαγή από αμαρτίες, οπότε η βάπτιση του έγινε ως συγκατάβαση σε όλα τα ανθρώπινα για να καταδείξει «τι πρέπει πράττει ο άνθρωπος».
Περι της βαπτίσεως λοιπόν, βλέπουμε εικονογραφημένες αγιογραφίες σε πολλές εκκλησίες να παριστάνουν την πρώτη ύψιστη πράξη και ταπείνωση του Χριστού, την εικόνα της βαπτίσεως και την φανέρωση της Αγίας Τριάδας. Μέσα στο ύδωρ ευρίσκεται ο Χριστός και η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος έρχεται ωσεί (ως) περιστερά, ενώ ταυτοχρόνως ακούγεται η φωνή του αφανέρωτου Πατρός που ουδέποτε αγιογραφείται, να μαρτυρεί τη θεότητα του Υιού ονομάζοντας τον «αγαπητόν Του Υιόν».
Σε όλες τις Αγιογραφήσεις ο Χριστός βαπτίζεται φέροντας συνήθως κάποιο άσπρο ρούχο στη μέση ενώ το δεξί ή και με τα δύο του χέρια ευρίσκονται ανατεταμενα σε θέση ευλογίας. Στις εκκλησίες συνηθίζουν κατά τη βάπτιση, συμβολικά να φορούν στους βαπτισμένους ρούχα λευκά, ίδιο χρώμα με το ένδυμα που φορούσε ο χριστός κατά τη βάπτιση του, «όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε»
Ενώ λοιπόν κατά τους συνηθέστερους εικονογραφικούς τύπους, έχουμε τον Χριστό συνήθως να βαπτίζεται ενδεδυμένος με λευκό ρούχο στη μέση, κάποιες φορές τον ευρίσκουμε κατά τα παλαιά πρότυπα εντελώς γυμνό.
Μια σπάνια Αγιογραφία με το Χριστό να βαπτίζεται εντελώς γυμνός, ευρίσκεται στο μικρό αρχαίο ναό της Παναγίας της Χρυσελεούσης στη Χλώρακα.
Είναι Βυζαντινού ρυθμού και κτίστηκε τον 12ο ή 13ο αιώνα, και ευρίσκεται στην κεντρική πλατεία της κοινότητας. Στον τρούλο και σε διάφορα μέρη των τοίχων, αλλά ιδιαίτερα μέσα στο ιερό του ναού, ευρίσκονται σπάνιες αγιογραφίες, και ανάμεσα τους σώζεται η μοναδική ίσως εικονογραφία στον κόσμο που κατά τα παλαιά πρότυπα ο Χριστός βρίσκεται στον Ιορδάνη ποταμό εντελώς γυμνός, έχοντας λίγο διασταυρωμένα τα πόδια του με σκοπό να καλύψει το φύλο με ελαφριά στροφή.
Εξέχουσα απο τις άλλες Αγιογραφίες ως προς την τεχνοτροπία της και την καλλιτεχνική της αξία, παριστά το Χριστό να στέκεται στη μέση του Ιορδάνη γυμνός ντυμένος με την Αδαμική γυμνότητα, αποδίδοντας τοιουτοτρόπως το ένδοξο ένδυμά του Παραδείσου με το οποίο θα έπρεπε να ενδύεται η ανθρωπότητα. Το ένα του πόδι προβάλλει μπροστά για να δείξει την υπέρτατη πρωτοβουλία του να βαπτιστεί από το Ιωάννη, αλλα και για να κρυψει την γυμνια του η οποια αισχύνει ίσως τις σκέψεις των αμαρτολών.
Στην εκκλησία της Παναγίας της Χρυσελεούσης στη Χλώρακα, ο Χριστός είναι γυμνός, εντελώς γυμνός. Ενώ αλλού του φορούν λευκό ρούχο, σ αυτή την Αγιογραφία ο ζωγράφος χωρίς ηθικολογικές φοβίες και ενδοιασμούς για το γυμνό, σε μια ύψιστη παράσταση του υιού του Θεού, αναπαραστά τη γύμνια της ανθρωπότητας χωρίς η δική του γυμνότητα να προκαλεί, δηλώνοντας τοιουτοτρόπως πως δεν είναι προκλητικοί οι δρόμοι που χαράσσει η Εκκλησία μας.
Είναι η ασκητική γυμνή παρουσίαση του σώματος του Θεανθρώπου που ζωγραφισμένος με κατανυκτικές γραμμές, αποτελεί την γυμνή αγιογράφηση της αναβάπτισης του ανθρώπου.