ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟΥΣ ΑΡΧΗΓΟΥΣ

Ακούω στα καφενεια και στις πλατείες τους απογοητευμένους, τους απελπισμένους και τους αγανακτισμένους πολίτες που δεν πιστεύουν πια στα μπλε και κόκκινα συνθήματα, τα κομματικά λάβαρα και τα πανό, τις γραμμές των κομμάτων και τους ψεύτικους φωστήρες, βλέπω στα μάτια τους θλίψη, πίκρα, απόγνωση, βλέπω τα θρυμματισμένα τους όνειρα.
Βλέπω αυτήν την  αγανάχτηση στους ανθρώπους η οποία προκύπτει κυρίως όταν υπάρχει φτώχια και καταπίεση.
Στον τόπο μας η οικονομική κρίση έχει φτάσει στα όρια, το 50% του πληθυσμού, όλοι δηλαδή οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δυσπραγούν, και αντί να βλέπουμε περισυλλογή από τους κρατούντες, τους παρακολουθούμε να εχουν μια ατολμία να επέμβουν για να διορθώσουν τα κακώς έχοντα. Εξ όσων Ιδιωτικών υπαλλήλων έτυχε να εχουν ακόμα τες δουλειές τους, οι μισθοί τους εχουν μειωθεί κατά 40% περιπου, αλλά καμιά συντεχνία δεν αντέδρασε, ούτε φώναξε για τα συμφέροντα τους σε αντίθεση με τα όσα πράττουν για τους δημοσίους υπαλλήλους με τους παχουλούς μισθούς.
Η οικονομία της Κύπρου είναι πολύ μικρή, έτσι που τα προβλήματα διορθώνονται εύκολα και απλά. Είναι φανερό ότι τον πλούτο του κράτους τον νέμονται οι δημόσιοι υπάλληλοι. Οι ίδιοι το γνωρίζουν, και όλοι τους δεν φέρουν ένσταση στη μείωση των απολαβών τους εάν αυτό σημαίνει τη σωτηρία της πατρίδας μας. Όλοι ακόμα γνωρίζουν ότι με μια μείωση κατά 25% των απολαβών τους, όλα διορθώνονται.
Το πρόβλημα που προκύπτει στη λύση του προβλήματος, είναι ως συνήθως ότι συμβαίνει στους Έλληνες, δηλαδή οι σπουδαίοι αρχηγοί μας. Που δεν τολμούν να προχωρήσουν σε τομές, που φοβούνται τους αρχηγίσκους των συντεχνιών, που τάσσονται με τους έχοντες αντί με το λαό, μόνο γιατί φοβούνται ότι θα χάσουν ψήφους..
Ποιος θα διορθώσει όμως τον τόπο από το άγος και την αδικία που προκάλεσαν οι κατά συρροή
 μικροί και μεγάλοι άρχοντες του λαού; Αυτους που ο λαός εμπιστεύτηκε να κυβερνούν, να ψηφίζουν νόμους, και να διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα και να προστατεύουν τους αδύνατους;
Τη δημοκρατία μας, απέδειξαν όλες οι κυβερνήσεις από την ίδρυση της, ότι δεν μπορούν να την διαφυλάξουν, ούτε να την εμπεδώσουν. Είχαμε κατά καιρούς πολλές ευκαιρίες για διάσωση του τόπου μας, και άλλες πολλές για να καταστούμε ένας λαός εν συνεχή ευημερία και πρόοδο. Οι κοντόφθαλμοι πολιτικοί και τα κόμματα όμως, επέτρεψαν με την ανοχή τους και τες ενέργειες τους να υπάρχουν και να δρούν σε όλα τα επίπεδα της Κυπριακής ζωής οι κλίκες και οι ημέτεροι, με αποτελεσμα να ευρισκόμαστε σήμερα στη δεινή και επικίνδυνη θέση σαν ένας λαός καταδικασμένος χωρίς οράματα και προοπτικές.
Μπορούμε άραγε να αναστήσουμε και να κάνουμε καλύτερη αυτήν την λαβωμένη δημοκρατίας μας; Να απαλλαγούμε από τους Μικρούς πολιτικούς, να βρούμε νέους αρχηγούς όπως τον Βενιζέλο, τον Τσε και τον Λένιν; Να ξαναχτίσουμε τη καημένη και χρεοκοπημένη μας πατρίδα, να νιώσουμε υπερήφανα που είμαστε Έλληνες, να βάλουμε τέλος στην ασύδοτη κομματοκρατία και στα άσυλα των ισχυρών, και την εκμετάλλευση των αδυνάτων;
Δεν είναι λογικό, ούτε επιτρεπτό να επιτρέψουμε τη συνέχιση αυτής της κατάστασης.

Είμαστε ένας Λαός ικανός, μια επιτυχημένη κοινωνία που μπορεί να εμπεδώσει μια γνήσια δημοκρατία, μέσα από την οποία να ξεπηδήσουν οι λαϊκοί εκείνοι ηγέτες που θα είναι εμπνευσμένοι αρχηγοί, που θα συνενώννουν αντί να διαιρούν, και που θα οδηγήσουν το λαό σε μια νέα καλύτερη εποχή.

ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΡΑΓΙΑΔΙΣΜΟΥ

Ραγιάδες ονομάζονταν κυρίως οι υπόδουλοι Έλληνες που είχαν νοοτροπία και  πνεύμα δουλοφροσύνης, υποτακτικότητας, υποταγής και αποδοχής της δουλείας και της εξάρτησης τους στους Οθωμανούς κατακτητές
Η λέξη έχει Αραβική προέλευση και υπονοεί κοπάδι, και την χρησιμοποιούσαν
οι Τούρκοι περιφρονητικά και απαξιωτικά για τους υπόδουλους λαούς εννοώντας ότι είναι σκλάβοι και ότι θα έπρεπε υποχρεωτικά να τους προσκυνούν και να τους πληρώνουν χαράτσι.
Οι Ραγιάδες είχαν ελάχιστα δικαιώματα και υπόκεινταν σε φοβερό φόρο αίματος, το λεγόμενο παιδομάζωμα κατά το οποίο μάζευαν τα μικρά παιδιά και τα εκπαίδευαν να μισούν τους ομόθρησκους τους και να τους καταδιώκουν και να τους σκοτώνουν λυσσαλέα, μέχρι τους ίδιους τους γονιούς τους.
Τα τετρακόσια χρόνια που έμειναν υπό τον ζυγό των Τούρκων οι Έλληνες, ίσως κόλλησαν την νοοτροπία του Ραγιά, αφού ύστερα από την απελευθέρωση βλέπουμε τους ανθρώπους να σιωπούν και να μένουν κυριολεκτικά αδρανείς στη συμπεριφορά των σημερινών εξουσιαστών κυβέρνησης, Βουλής και κομμάτων.
Το μυστικό της επιτυχίας των Τούρκων κατακτητών να καταντούν τους υπόδουλους λαούς σε Ραγιάδες, ήταν η συνεργασία τους με τους ντόπιους πρόθυμους προεστούς, που τους χρησιμοποιούσαν για να κρατούν φοβισμένους και σε αδράνεια τους λαούς.
Αυτοί λοιπόν οι ντόπιοι πρόθυμοι προεστοί συνεργάτες του εχθρού, είναι οι συνεχιστές της εξουσίας μετά την απελευθέρωση των λαών. Μετά την εισαγωγή στον τόπο μας του Αγγλικού ολιγαρχικού πολιτικού συστήματος έχοντας ήδη την εξουσία και τον πλούτο καθώς και τη μόρφωση, ανέλαβαν την διακυβέρνηση φροντίζοντας η εξουσία να μεταλλάσσεται μεταξύ τους, δημιουργώντας τα λεγόμενα τζάκια ώστε καμιά πιθανότητα να μην έχει άλλος να τους αντικαταστήσει. Αν καμιά φορά κάποιος το κατόρθωνε, έβρισκαν τρόπο να τον διαβάλουν, να τον εξευτελίσουν, να τον αποπέμψουν ή και να τον σκοτώσουν.
Επειδή όμως αυτοί οι άνθρωποι το μόνο που ήξεραν να κάνουν ήταν διαμεσολάβηση και ρουσφέτι, δημιούργησαν έναν κρατικό μηχανισμό από ημέτερους κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, προκειμένου να θέσουν τον λαό σε θέση Ραγιαδισμού ώστε να εξαρτάται απόλυτα από αυτούς, και με τη μέθοδο του ρουσφετιού ακόμα και για μια απλή ιατρική εξέταση στα Νοσοκομεία, να έχουν τη δυνατότητα να τους εκμεταλλεύονται.
Μετά την διαχώριση του λαού από τους κρατούντες και τη βοήθεια των κομμάτων σε δυο τάξεις, στους ημέτερους οι οποίοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι που νέμονται τον κρατικό πλούτο και οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που είναι οι φτωχοί και οι άνεργοι, σε πενηνταδύο χρόνια Κυπριακής δημοκρατίας φτάσαμε στα σημερινά οικονομικά χάλια και αδιέξοδα, και κατάντησαν τον φτωχό σπαραζόμενο οικονομικά λαό να παρακαλεί να μπούμε στη στήριξη της Ευρωπαϊκής ένωσης, μήπως με αυτό τον τρόπο επανέλθει η τάξη.
Ενώ οι πολίτες θα έπρεπε να αντιδρούν και να κατέρχονται σε δυναμικές διαδηλώσεις εναντίον της Τρόικα, τους παρακολουθούμε να είναι άνεργοι, να πεινούν να είναι εξαθλιωμένοι, αλλά δυστυχώς να σιωπούν και να μην αντιδρούν.
Το χειρότερο είναι  ότι στις ερχόμενες εκλογές, όλοι σχεδόν ανεξαιρέτως θα ψηφίσουν ένα από τα ίδια, με αποτέλεσμα η ίδια κατάσταση να επαναληφθεί, δηλαδή οι επιτήδειοι πολιτικάντηδες να συνεχίσουν να ελέγχουν το λαό σε ένα περιβάλλον σκλαβιάς, χωρίς να μπορεί ο δύσμηρος αυτός λαός να αντιληφθεί ποιος τον κρατάει δέσμιο και τον εκμεταλλεύεται.
Είναι δυστυχώς το σύνδρομο του Ραγιαδισμού που κυρίευσε το πνεύμα του Έλληνα. Είναι ένα είδος εμπέδωσης και αποδοχής στο νού του ανθρώπου μιας άλλης σκλαβιάς

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΡΑΓΙΑΔΕΣ

Ο απλός λαός έχει μάθει πως ζωή χωρίς ρουσφέτι δεν γίνεται. Του έχει γίνει βίωμα, το πιστεύει και το γυρεύει. Φυσικά παραδέχεται πως είναι λάθος, όταν όμως το ζητούν άλλοι. Όταν διενεργείται για τον ίδιο το δικαιολογεί ως κληροδότημα των προγόνων του.

Ναι, εδώ θέλω να καταλήξω στους προγόνους μας, που για χιλιάδες χρόνια ως ανελεύθεροι και υποταγμένοι έμαθαν να σκύβουν το κεφάλι και να παρακαλούν για το αυτονόητο. Κατάφεραν να εμπεδώσουν το ρουσφέτι ως επίτευγμα, κατάφεραν να το αναγάγουν ως πρώτιστη ανάγκη για την καλυτέρευση της ζωής του. Ενσωματώθηκε στο DNA του καθενός και υποβόηθησε τα μέγιστα στη χαλάρωση των αντιστάσεων. Πίστεψε ο πολίτης πως με τη δουλικότητα και το προσκύνημα επιτυγχάνει το στόχο του. Αυτό συνέβαινε παντοτινά, και μια λογική εξήγηση, είναι η καταπίεση και ο εξαναγκασμός που δέχονταν οι Ελληνικοί πληθυσμοί από τους αιώνιους κατακτητές της νήσου. Όμως τώρα, γιατί συμβαίνει αυτό; Δεν έχουμε κατακτητές να μας εξαναγκάζουν να τους προσκυνούμε. Αντί λοιπόν αυτούς, τώρα ο Έλληνας εκλιπαρεί το κάθε κόμμα και τον κάθε βουλευτή ή πολιτικάντη για ρουσφέτι. Για οποιοδήποτε ρουσφέτι. Για μια απλή θέση εργασίας, για ιατρική περίθαλψη, ακόμα και για έκδοση κυβερνητικών πιστοποιητικών.

Συνήθισε να ζητά ρουσφέτια και μετά να κατηγορεί την κοινωνία και τα κόμματα, για την αδικία που υπάρχει. Αρέσκεται να ρίχνει τις ευθύνες στους πολιτικούς και σε οποιονδήποτε άλλο εκτός από τον εαυτό του, χωρίς να παραδέχεται πως έμμεσα αυτός ευθύνεται που τους υποστηρίζει και τους αναδεικνύει στις θέσεις τους. Φτάνει να επιτύχει το συμφέρον του, και δεν ενδιαφέρεται αν το έχει αποκτήσει εις βάρος άλλων, χωρίς να νοιάζεται για την αδικία και τα αίσχη που συμβαίνουν στους διπλανούς του.

Είναι ραγιάς γιατί με ένα ξεροκόμματο που του προσφέρουν, δεν αντιδρά στις αδικίες γύρω του. Γιατί βλέπει τη χώρα του να πτωχεύει κυρίως ένεκα του ρουσφετιού, και ακόμα επιμένει να το αποζητά. Γιατί αποποιείται τις δικές του ευθύνες και τις ρίχνει στους πολιτικούς.

Είναι ραγιάς γιατί για το δικό του καλό, καταπατά κάθε έννοια δικαίου, αξιοκρατίας και ισονομίας έναντι των άλλων.

Οι διάφοροι κατακτητές βρήκαν ένα εύκολο τρόπο για να έχουν τους υπόδουλους Έλληνες υπάκουους. Τους έδιναν ψίχουλα δια του ρουσφετιού, έτσι που τους έκαναν να πιστεύουν ότι παραμένοντας ήσυχοι, είχαν «μέσον». Έτσι με τον καιρό εκπαίδευσαν τους πολίτες να είναι υπάκουοι και φρόνιμοι Ραγιάδες. Και έμαθαν οι ραγιάδες Έλληνες, με ένα ξεροκόμματο να αποδέχονται τη σκλαβιά και τη μιζέρια.

Το κύριο ερώτημα όμως ακόμα παραμένει. Πως ύστερα από 55 χρόνια ελευθερίας και δημοκρατίας, ισχύει το ίδιο; Πως ακόμα ο Κυπριακός λαός μετά τη μεγάλη οικονομική πτώχευση μένει σιωπηλός χωρίς αντίδραση; Πως ακόμα ψηφίζει τους ίδιους, αυτούς που ονομαστικά προκάλεσαν τόση μεγάλη καταστροφή; 

Η απάντηση είναι εύκολη. Όλα τα κόμματα, όλοι οι πολιτικοί, όλοι οι βουλευτές και οι ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι που τους βοηθούν, καλά γνωρίζουν πόσο ευάλωτος είναι ο λαός στο ρουσφέτι, και πόσο εύκολα παρασύρεται με αυτό, ώστε με υποσχέσεις και ψίχουλα που τους δίνουν, τους έχουν ραγιάδες γονατισμένους να τους εκλιπαρούν, να τους υποστηρίζουν και να τους ψηφίζουν.

Δυστυχώς, αυτή είναι η μοίρα αυτού του λαού και το μέλλον του προδιαγεγραμμένο.


ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ